Τα μουρμούρικα του Μεντρεσέ «γέννησαν» τα ρεμπέτικα τραγούδια.
Η ιστορία του ρεμπέτικου τραγουδιού
χάνεται στα τέλη του 19ου αιώνα και μέσα στα επόμενα χρόνια άρχισε να
εδραιώνεται ως το λαϊκό τραγούδι της εργατικής τάξης. Στα πρώτα χρόνια
του νέου (20ού) αιώνα αρχίζουν να ηχογραφούνται και τα πρώτα τραγούδια
που φέρουν την ονομασία ρεμπέτικο.
Πολύ πριν από τα γραμμόφωνα
όμως, τα πρώτα στιχάκια, τα πρώτα τραγούδια, άρχισαν να σχηματίζονται
κάτω από τις δύσκολες συνθήκες που βίωναν οι πρώτοι ρεμπέτες στη φυλακή!
Διαβάστε ακόμη: «Οι πιστόλες κάνουν θόρυβο. Ο ρεμπέτης μαχαίρωνε»: Καυγάδες, μπαμπεσιά και κουτσαβάκια
Τα πρώτα ρεμπέτικα στον Μεντρεσέ
Σύμφωνα
με το ότι έχει επικρατήσει, ο πρόγονος των ρεμπέτικων θεωρούνται τα
«μουρμούρικα» που δεν είναι άλλα από τα στιχάκια που σκάρωναν, πιο πολύ
για τη δική τους επικοινωνία, οι έγκλειστοι στη θρυλική φυλακή του
Μεντρεσέ, στο κέντρο της Αθήνας.
Στο Reader έχετε διαβάσει κατά καιρούς για τον Μεντρεσέ, πώς εξελίχθηκε σε φυλακή αντιφρονούντων αλλά και πως έμεινε στην ιστορία για τον μακάβριο πλάτανο που είχε στην αυλή του...
Διαβάστε ακόμη: Μεντρεσές: Η τραγική ιστορία της πύλης που στέκει ακόμη στην Πλάκα
Σύμφωνα,
λοιπόν, με την παράδοση στον Μεντρεσέ γεννήθηκαν και τα πρώτα
ρεμπέτικα, τα αποκαλούμενα «μουρμούρικα». Τα ονόμασαν έτσι γιατί οι
φυλακισμένοι, προκειμένου να μην τους ακούν οι σκληροί δεσμοφύλακες, δεν
τα τραγουδούσαν αλλά τα ψιθύριζαν μέσα από τα δόντια.
Όπως είναι
φυσικό διαδίδονταν από στόμα σε στόμα και γι αυτό πολλές φορές τα
δίστιχα παραλλάσσονταν και «ξαναγράφονταν». Ήταν δίστιχα που τα
συνόδευαν με μουσική από πρόχειρα έγχορδα όργανα, με βασικό στοιχείο τον
αυτοσχεδιασμό και στη μουσική και στον στίχο.
Με
βάση τα όσα γνωρίζουμε τα μουρμούρικα ήταν μακροσκελή τραγούδια που δεν
είχαν σταθερό στίχο και σταθερή μελωδία αλλά αποτελούνταν από έναν
σκοπό, ο οποίος από στόμα σε στόμα δεχόταν παραλλαγές και πάνω σε αυτόν
αυτοσχεδιάζονταν διαφορετικά κάθε φορά δίστιχα. Για αυτό και τα
περισσότερα έφτασαν στις μέρες μας σαν δημιουργίες ανωνύμων, όπως τα
δημοτικά τραγούδια. Άλλωστε τα μουρμούρικα ήταν η μουσική γέφυρα ανάμεσα τη δημοτική μουσική και ρεμπέτικο, το αστικό λαϊκό τραγούδι.
Μάλιστα δεν υπήρχε ούτε ρεφρέν και ουσιαστικά δεν είχαν αρχή, μέση ή τέλος.
Στα χρόνια ακολούθησαν πολλά από αυτά ηχογραφήθηκαν και κάπως έτσι προέκυψαν τραγούδια όπως τα «δίστιχα του μάγκα».
Πώς προέκυψε το «χαιρέτα μου τον πλάτανο»
Στην αυλή της φυλακής στον Μεντρεσέ,
υπήρχε ένας πλάτανος που μέσα στα χρόνια μετατράπηκε σε σύμβολο
θανάτου, καθώς στα κλαδιά του απαγχονίζονταν όσοι κρατούμενοι
καταδικάζονταν σε θάνατο. Λέγεται πως τον συγκεκριμένο πλάτανο φύτεψε στην αυλή ο αρχιληστής Μπίμπισης (μεταξύ
άλλων είχε απαγάγει τη λεγόμενη Δούκισσα της Πλακεντίας) και όταν αυτός
όταν μεγάλωσε απέκτησε δύο μεγάλα χαρακτηριστικά κλαδιά.
Όσοι
είχαν αποφυλακιστεί όταν σύχναζαν σε λημέρια κοντά στη φυλακή συνήθιζαν
να φωνάζουν και να ζητάνε για αστείο από τους ακόμα φυλακισμένους
γνωστούς τους να δώσουν χαιρετίσματα στον πλάτανο, όπου είχαν χάσει τη
ζωή τους τόσοι κρατούμενοι. Κάπως έτσι θρυλείται πως προέκυψε η φράση
«χαιρέτα μας τον πλάτανο».
 |
Διακρίνεται η πύλη του Μεντρεσέ στη φωτογραφία του Π. Πουλίδη του 1935. | Αρχείο ΕΡΤ
|
Στη
φυλακή κρατούνταν κατά κύριο λόγο ποινικοί, ωστόσο δεν έλειπαν και
αντίπαλοι της βασιλείας. Χαρακτηριστικό είναι πως εκεί κρατήθηκε και ο
στρατηγός Μακρυγιάννης, με την κατηγορία συνωμοσίας κατά του Όθωνα.
Ανάμεσα
στους κρατούμενους βρισκόταν, το 1861, και ο ποιητής Αχιλλέας Παράσχος
που έγραψε ένα ποίημα για τον μισητό πλάτανο που αποδείχθηκε
προφητικό... Έγραψε:
Ω Πλάτανε του Μενδρεσέ, στοιχειό καταραμένο/ της τυραννίας τρόπαιο στη φυλακή υψωμένο... Θα έρθ’ η ώρα, Πλάτανε,
αλλόθρησκη Βαστιλλη,
που ξυλοκόπους η οργή του Έθνους θα σου στείλει. Και πέλεκυς στη ρίζα
σου ελεύθερος θ’ αστράψει δεν θα σε φαν γεράματα· φωτιά θενά σε κάψει.
Και γύρω θα χορέψομε στη σκόνη σου την κρύα, όταν ανοίξει το χορό Πατρίς
κι Ελευθερία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου