source pic |
Η γυναίκα ως θέμα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη στιχουργική των ρεμπέτικων τραγουδιών.
Στα πρώτα χρόνια εμφάνισης του ρεμπέτικου η θεματολογία περιστρέφεται γύρω από τον κόσμο των ρεμπετών, τα μέρη που συχνάζουν, κυρίως τους τεκέδες, τις συνήθειες τους, όπως για παράδειγμα τη χρήση ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ, ακόμα και γύρω από τις φυλακές όπου κρατούνται σε περίπτωση σύλληψής τους. Άλλα θέματα κοινωνικής υφής τα οποία πραγματεύεται το ρεμπέτικο είναι η ανεργία, η προσφυγιά και η αδικία.
Μετά την καταστροφή της Σμύρνης η γυναίκα αρχίζει και καταλαμβάνει ‘’χώρο’’ στο στίχο του ρεμπέτικου, μέχρις ότου μαζί με το θέμα του έρωτα να κυριαρχήσει.
Οι αναφορές στη γυναίκα δεν έχουν μονοδιάστατο ‘’χρώμα και ύφος’’, αντιθέτως εμφανίζουν ποικιλομορφία. Θα μπορούσαμε να δοκιμάσουμε μια τριπλή κατηγοριοποίηση των τραγουδιών ως εξής:
Μια πρώτη ομάδα τραγουδιών είναι αυτή που παρουσιάζει αρνητικά
στοιχεία για το πρόσωπο της γυναίκας όπως η συνήθεια της να ‘’κινείται’’
με πλάγιο ή υποχθόνιο τρόπο προκειμένου να επιτύχει το σκοπό της, να
συμπεριφέρεται ψεύτικα, με πονηριά και να είναι άπιστη. Αυτά τα
χαρακτηριστικά περιγράφονται με σαφήνεια και παράπονο, ενώ ταυτόχρονα
δημιουργούν έντονο κοντράστ με την προσωπικότητα του άντρα ρεμπέτη,
καθώς εκείνος θεωρείται ντόμπρος, ειλικρινής και τίμιος.
Στο ‘’Γυναίκα είναι γυναίκα μένει‘’ ο Περπινιάδης ερμηνεύει το στίχο:
‘’μα η γυναίκα σαν την Εύα, την απιστία έχει στη φλέβα…’’.
Οι αντιθέσεις αυτές ανάμεσα στα δύο φύλα έχουν σαν αποτέλεσμα γυναικείες συμπεριφορές που προξενούν απόγνωση, στεναχώρια, πόνο ή ακόμα και θυμό στους ρεμπέτες.
Στη δεύτερη ομάδα τραγουδιών παρατηρούμε πως ενσωματώνουν στους στίχους τους τα παραπάνω συναισθήματα, αποζητώντας παρηγοριά στο σινάφι τους και εκφράζοντας την ψυχική τους διάθεση μέσα από τη μουσική. Στο ‘’Συ μ’ έκανες να περπατώ’’ (Σκαρβέλης-Κάβουρας) ακούγεται:
‘’πως δε σε μέλλει άπονη για ‘μένανε το ξέρω, μα τι να κάνω σ’ αγαπώ κι όλα τα υποφέρω…’’.
Πλην αυτών όμως, σε αυτή την ομάδα συναντούμε πολλαπλές, σχεδόν αναρίθμητες αναφορές στο γυναικείο κάλλος. Ο θαυμασμός των ρεμπετών για την ομορφιά της γυναίκας, τη χάρη και τα νάζια της, το χορό της, είναι διάχυτος, ειλικρινής και αδιαμφισβήτητος. Δε διστάζουν να εκφράσουν το θαυμασμό αυτό μέσα από τους στίχους τους και να τον μοιραστούν με κάθε ακροατή της τέχνης τους. Δίνουν σαφή βαρύτητα, θαμπώνονται, σχεδόν σαστίζουν στη θέα μιας όμορφης, περιποιημένης και λαμπερής γυναίκας. Μαγνητίζονται και το δηλώνουν απερίφραστα και με άμεσο τρόπο, μέσω της μουσικής. Στο ‘’Που να βρω γυναίκα να σου μοιάζει’ ’ο Νταλγκάς εκφράζει ‘’…να ‘χει μάτι που καρδιά να σφάζει, να ‘χει το καμάρι σου κι όλη αυτή τη χάρη σου…’’.
Επίσης συνηθίζουν να υμνούν τον έρωτα και το αγνό, βαθύ και ειλικρινές συναίσθημα της αγάπης για τη γυναίκα. Αποτυπώνουν την ομορφιά της αγάπης καθώς και την ολοκλήρωση που προσφέρει στον άνθρωπο. Οι ρεμπέτες συγκλονίζονται από τα συναισθήματα και τα βιώνουν βαθιά, σχεδόν με ‘’σκοτεινό’’ τρόπο που αγγίζει επαναλαμβανόμενα το όριο της ψυχικής ταλαιπωρίας.
Στην τρίτη ομάδα τραγουδιών, συναντούμε αναφορές που σχετίζονται με τις διαλυμένες αγάπες, το χωρισμό, την ερωτική απογοήτευση. Στους στίχους αυτούς αποτυπώνεται ξεκάθαρα η ευαισθησία της ψυχής του ρεμπέτη και του ανθρώπου-καλλιτέχνη. Ο πόνος βρίσκεται στο απόγειο του ύστερα από την απώλεια της αγάπης-της γυναίκας. Τώρα ο ρεμπέτης νιώθει μόνος, λειψός και δυστυχής. Βυθίζεται σε οδύνη, την οποία σχεδόν διογκώνει ο ίδιος ασυνείδητα, εξαιτίας της καλλιτεχνικής του ιδιοσυγκρασίας. Στο ’’Δεν πάει κάτω το κρασί’’ ο Παγιουμτζής ερμηνεύει:
‘’δεν τραβιέται πια ο χωρισμός, είν’ ο πιο αγιάτρευτος καημός, έφυγες και χάθηκα σαν ανθός μαράθηκα και ΄μεινα στον κόσμο μοναχός…’’.
Βιβλιογραφία: Δαμιανάκος Σ. (2001), Κοινωνιολογία του Ρεμπέτικου, Αθήνα: Πλέθρον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου