Το συγκρότημα Philhellenes παρουσιάζει τον ερχόμενο μήνα
συναυλία-αφιέρωμα στον μουσικοσυνθέτη της Σμυρναίικης σχολής που
διαμόρφωσε το ρεμπέτικο τραγούδι όπως το γνωρίζουμε σήμερα.
Οι ειδήμονες του ρεμπέτικου τον κατατάσσουν ανάμεσα στους σημαντικότερους εκπροσώπους του, ενώ οι λάτρεις του είδους σίγουρα τον γνωρίζουν μέσα από το έργο που άφησε πίσω του ακόμη κι αν δεν… ξέρουν το όνομά του!
Ο λόγος για τον μουσικοσυνθέτη Παναγιώτη Τούντα, θρυλική μορφή της λεγόμενης Σμυρναίικης σχολής. Τη μουσική του παρακαταθήκη τιμά η συναυλία που θα παρουσιάσουν οι Philhellenes τον Μάιο στο Kew Court House, στο πλαίσιο της συνεργασίας τους με τον Δήμο Boroondara.
Στη σκηνή θα βρεθούν ο γνωστός εκπρόσωπος του ρεμπέτικου στην παροικία Κον Καλαμάρας (κιθάρα και τζουράς), το πρώην μέλος της μπάντας Xylouris Ensemble, Mairead Hannan (βιολί και φωνητικά) και οι επίσης λάτρεις της ελληνικής μουσικής παράδοσης Wayne Simmons (κιθάρα, ακορντεόν και μπάντζο) και Adrian Close (κοντραμπάσο).
Η ενορχήστρωση, μάλιστα, θα ακολουθεί πιστά τις πρωτότυπες εκτελέσεις
των τραγουδιών, ταξιδεύοντας το κοινό της Μελβούρνης με τον πιο
αυθεντικό τρόπο στην εποχή που γέννησε τα “ελληνικά μπλουζ”.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ
“Ο Τούντας ήταν πολύ ταλαντούχος μουσικός και εξαιρετικός τραγουδοποιός, όμως αυτό που καθιστά ακόμη πιο ξεχωριστή την περίπτωσή του είναι το γεγονός ότι διετέλεσε διευθυντής δύο από τις μεγαλύτερες δισκογραφικές εταιρείες της Ελλάδας εκείνη την εποχή” λέει στον “Νέο Κόσμο” ο Κον Καλαμάρας.
“Ουσιαστικά, είχε τον πρώτο λόγο για το ποιο ταλέντο θα έφτανε στο στάδιο της ηχογράφησης […] Έτσι κατά κάποιον τρόπον διαμόρφωσε το σκηνικό της ελληνικής μουσικής τη δεκαετία του 1930”,προσθέτει, αναφερόμενος τόσο στην επιρροή που ασκούσε επιλέγοντας το ρεπερτόριο που έκρινε άξιο να κυκλοφορήσει αλλά και στη μουσική που έγραφε ο ίδιος.
“Ας μην ξεχνάμε ότι τα τραγούδια του παίζονται ακόμη σήμερα από κόσμο και, μάλιστα, νέο στην Ελλάδα, μιλάμε για τραγούδια 80-90 χρόνων, το θεωρώ κάτι το συναρπαστικό”.
Ονόματα καλλιτεχνών που έγραψαν ιστορία στο είδος ερμηνεύοντας δημιουργίες του Τούντα είναι μεταξύ άλλων η Ρόζα Εσκενάζυ, ο Στέλιος (“Στελλάκης”) Περπινιάδης, η Ρίτα Αμπατζή και ο Κώστας Ρούκουνας.
“Πιστεύω ότι η συναυλία θα επιφυλάξει εκπλήξεις σε κάποιους από το κοινό που θα αναφωνήσουν ‘Α, δεν είχα καταλάβει ότι έγραψε αυτό το τραγούδι!’ και αυτό είναι κομμάτι της ομορφιάς τέτοιων αφιερωμάτων”.
Ο αντίκτυπος του Τούντα δεν προέκυψε βέβαια τυχαία.
Γεννημένος στη Σμύρνη το 1886 από πλούσια οικογένεια, ξεκίνησε από παιδί να παίζει μαντολίνο, ενώ αργότερα συμμετείχε στη φημισμένη “Σμυρναίικη Εστουδιαντίνα” και σε μουσικά σχήματα που περιόδευαν σε κέντρα της διασποράς, όπως η Αίγυπτος.
Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
“Έφερε μαζί του μια ευρύτατη μουσική γκάμα, ως αποτέλεσμα της έκθεσής του στην ανατολίτικη κουλτούρα”, επισημαίνει ο Καλαμάρας.
“Τον πρώτο καιρό εμφανιζόταν ως μουσικός σε προσφυγικές κομπανίες, ενώ μέσα σε λίγα χρόνια έφτασε να αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση των δισκογραφικών Columbia και His Master’s Voice, καθώς και του ελληνικού παραρτήματος της Odeon.
Από το 1924 έως το 1941 – έναν χρόνο προτού πεθάνει από ρευματισμούς την περίοδο της Κατοχής – ηχογράφησε περίπου 400 τραγούδια, καλύπτοντας μεγάλο φάσμα της μουσικής της εποχής, αλλά κυρίως παραδοσιακές μικρασιάτικες μελωδίες”.
ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΟΝΤΑΣ ΤΗ ΡΕΜΠΕΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
“Η σύγχρονη μουσική έχει τις ρίζες της σε αυτό το είδος” λέει ο Καλαμάρας που πιστεύει ότι η αναβίωση του ρεμπέτικου στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια δεν είναι παροδική μόδα.
“Το ότι αυτή η μουσική επιβιώνει τόσο καιρό και παραμένει επίκαιρη σήμερα αποδεικνύει και τη διαχρονικότητα των θεμάτων που πραγματεύεται. Τραγούδια που γράφτηκαν πριν από 90 χρόνια και μιλούν για την αγάπη, τον θάνατο, την οικογένεια κτλ. παραμένουν επίκαιρα σήμερα […] Και όταν διαβάζεις τους στίχους τους, κάθε λέξη μετράει, είναι ποίηση και, άλλωστε, κάθε καλογραμμένο τραγούδι περνάει το τεστ του χρόνου από γενιά σε γενιά. Θα παίξουμε δηλαδή μουσική που ο παππούς μου συνήθιζε να ακούει και στα δικά μου αυτιά έχει ακόμη φρεσκάδα. Αυτό το βρίσκω συναρπαστικό”.
Κατά τη διάρκεια του αφιερώματος στον Παναγιώτη Τούντα, θα δίνονται ανάμεσα στα κομμάτια μικρές παρουσιάσεις για το ιστορικό των τραγουδιών και του δημιουργού τους, στην αγγλική γλώσσα, αφού η συναυλία επιχειρεί να συστήσει τόσο στους ομογενείς νεότερων γενιών αλλά και στο ευρύτερο κοινό τη μαγεία του αυθεντικού ρεμπέτικου.
“Θέλουμε να εκτεθούν σε αυτή τη μουσική άτομα που συνήθως δεν την έχουν ακούσει. Είναι κάτι που ήθελα πάντα να κάνω και συνεχίζω να το κάνω τα τελευταία χρόνια […] η ανάδειξη της ελληνικής μουσικής παράδοσης και σε μη Έλληνες.
“Βασικό κίνητρο γι’ αυτή την παρουσίαση είναι να δείξουμε στον κόσμο πώς ακούγεται η αυθεντική ελληνική μουσική[…] και να θυμηθούμε από πού προερχόμαστε”.
Οι ειδήμονες του ρεμπέτικου τον κατατάσσουν ανάμεσα στους σημαντικότερους εκπροσώπους του, ενώ οι λάτρεις του είδους σίγουρα τον γνωρίζουν μέσα από το έργο που άφησε πίσω του ακόμη κι αν δεν… ξέρουν το όνομά του!
Ο λόγος για τον μουσικοσυνθέτη Παναγιώτη Τούντα, θρυλική μορφή της λεγόμενης Σμυρναίικης σχολής. Τη μουσική του παρακαταθήκη τιμά η συναυλία που θα παρουσιάσουν οι Philhellenes τον Μάιο στο Kew Court House, στο πλαίσιο της συνεργασίας τους με τον Δήμο Boroondara.
Στη σκηνή θα βρεθούν ο γνωστός εκπρόσωπος του ρεμπέτικου στην παροικία Κον Καλαμάρας (κιθάρα και τζουράς), το πρώην μέλος της μπάντας Xylouris Ensemble, Mairead Hannan (βιολί και φωνητικά) και οι επίσης λάτρεις της ελληνικής μουσικής παράδοσης Wayne Simmons (κιθάρα, ακορντεόν και μπάντζο) και Adrian Close (κοντραμπάσο).
Το συγκρότημα Philhellenes: Από αριστερά Κον Καλαμάρας, Mairead Hannan, Adrian Close και Wayne Simmons |
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ
“Ο Τούντας ήταν πολύ ταλαντούχος μουσικός και εξαιρετικός τραγουδοποιός, όμως αυτό που καθιστά ακόμη πιο ξεχωριστή την περίπτωσή του είναι το γεγονός ότι διετέλεσε διευθυντής δύο από τις μεγαλύτερες δισκογραφικές εταιρείες της Ελλάδας εκείνη την εποχή” λέει στον “Νέο Κόσμο” ο Κον Καλαμάρας.
“Ουσιαστικά, είχε τον πρώτο λόγο για το ποιο ταλέντο θα έφτανε στο στάδιο της ηχογράφησης […] Έτσι κατά κάποιον τρόπον διαμόρφωσε το σκηνικό της ελληνικής μουσικής τη δεκαετία του 1930”,προσθέτει, αναφερόμενος τόσο στην επιρροή που ασκούσε επιλέγοντας το ρεπερτόριο που έκρινε άξιο να κυκλοφορήσει αλλά και στη μουσική που έγραφε ο ίδιος.
“Ας μην ξεχνάμε ότι τα τραγούδια του παίζονται ακόμη σήμερα από κόσμο και, μάλιστα, νέο στην Ελλάδα, μιλάμε για τραγούδια 80-90 χρόνων, το θεωρώ κάτι το συναρπαστικό”.
Ονόματα καλλιτεχνών που έγραψαν ιστορία στο είδος ερμηνεύοντας δημιουργίες του Τούντα είναι μεταξύ άλλων η Ρόζα Εσκενάζυ, ο Στέλιος (“Στελλάκης”) Περπινιάδης, η Ρίτα Αμπατζή και ο Κώστας Ρούκουνας.
“Πιστεύω ότι η συναυλία θα επιφυλάξει εκπλήξεις σε κάποιους από το κοινό που θα αναφωνήσουν ‘Α, δεν είχα καταλάβει ότι έγραψε αυτό το τραγούδι!’ και αυτό είναι κομμάτι της ομορφιάς τέτοιων αφιερωμάτων”.
Ο αντίκτυπος του Τούντα δεν προέκυψε βέβαια τυχαία.
Γεννημένος στη Σμύρνη το 1886 από πλούσια οικογένεια, ξεκίνησε από παιδί να παίζει μαντολίνο, ενώ αργότερα συμμετείχε στη φημισμένη “Σμυρναίικη Εστουδιαντίνα” και σε μουσικά σχήματα που περιόδευαν σε κέντρα της διασποράς, όπως η Αίγυπτος.
Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
“Έφερε μαζί του μια ευρύτατη μουσική γκάμα, ως αποτέλεσμα της έκθεσής του στην ανατολίτικη κουλτούρα”, επισημαίνει ο Καλαμάρας.
“Τον πρώτο καιρό εμφανιζόταν ως μουσικός σε προσφυγικές κομπανίες, ενώ μέσα σε λίγα χρόνια έφτασε να αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση των δισκογραφικών Columbia και His Master’s Voice, καθώς και του ελληνικού παραρτήματος της Odeon.
Από το 1924 έως το 1941 – έναν χρόνο προτού πεθάνει από ρευματισμούς την περίοδο της Κατοχής – ηχογράφησε περίπου 400 τραγούδια, καλύπτοντας μεγάλο φάσμα της μουσικής της εποχής, αλλά κυρίως παραδοσιακές μικρασιάτικες μελωδίες”.
ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΟΝΤΑΣ ΤΗ ΡΕΜΠΕΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
“Η σύγχρονη μουσική έχει τις ρίζες της σε αυτό το είδος” λέει ο Καλαμάρας που πιστεύει ότι η αναβίωση του ρεμπέτικου στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια δεν είναι παροδική μόδα.
“Το ότι αυτή η μουσική επιβιώνει τόσο καιρό και παραμένει επίκαιρη σήμερα αποδεικνύει και τη διαχρονικότητα των θεμάτων που πραγματεύεται. Τραγούδια που γράφτηκαν πριν από 90 χρόνια και μιλούν για την αγάπη, τον θάνατο, την οικογένεια κτλ. παραμένουν επίκαιρα σήμερα […] Και όταν διαβάζεις τους στίχους τους, κάθε λέξη μετράει, είναι ποίηση και, άλλωστε, κάθε καλογραμμένο τραγούδι περνάει το τεστ του χρόνου από γενιά σε γενιά. Θα παίξουμε δηλαδή μουσική που ο παππούς μου συνήθιζε να ακούει και στα δικά μου αυτιά έχει ακόμη φρεσκάδα. Αυτό το βρίσκω συναρπαστικό”.
Κατά τη διάρκεια του αφιερώματος στον Παναγιώτη Τούντα, θα δίνονται ανάμεσα στα κομμάτια μικρές παρουσιάσεις για το ιστορικό των τραγουδιών και του δημιουργού τους, στην αγγλική γλώσσα, αφού η συναυλία επιχειρεί να συστήσει τόσο στους ομογενείς νεότερων γενιών αλλά και στο ευρύτερο κοινό τη μαγεία του αυθεντικού ρεμπέτικου.
“Θέλουμε να εκτεθούν σε αυτή τη μουσική άτομα που συνήθως δεν την έχουν ακούσει. Είναι κάτι που ήθελα πάντα να κάνω και συνεχίζω να το κάνω τα τελευταία χρόνια […] η ανάδειξη της ελληνικής μουσικής παράδοσης και σε μη Έλληνες.
“Βασικό κίνητρο γι’ αυτή την παρουσίαση είναι να δείξουμε στον κόσμο πώς ακούγεται η αυθεντική ελληνική μουσική[…] και να θυμηθούμε από πού προερχόμαστε”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου