Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2023

Ρεμπέτικο τραγούδι: Ένα όμορφο ταξίδι στην άγνωστη παράδοση της Ελλάδας

Κι εκεί λοιπόν που πίνουμε το τσίπουρο μας σε ένα ατμοσφαιρικό καφενείο του ρεμπέτικου στο Μεταξουργείο, εκεί που τραγουδάμε, αισθάνομαι τις φωνές μας να συνυπάρχουν με τις νότες των τραγουδιών. 

Σε κάθε γουλιά αναπολώ όλο και περισσότερο μία εποχή όπου οι άνθρωποι ζούσαν με πάθος και αυθεντικότητα, εκείνους τους «»αληταράδες» που έγραψαν την δική τους ιστορία με μπουζούκια και ποτήρια. Αναπολώ τις μεγάλες αγάπες που σημάδεψαν τις ζωές τους, εκείνους που τραγούδησαν με καημό και με μεράκι, γιατί μέσα από τα τραγούδια τα πάθη έγιναν ιστορίες που εκφράζουν την ανθρώπινη εμπειρία, από τα δυσάρεστα γεγονότα μέχρι τις στιγμές της χαράς και της μαστούρας.

Ένα ταξίδι στο παρελθόν, σε παρόμοια μέρη, με πολλά τραγούδια και έντονα συναισθήματα έκαναν την ρεμπέτικη μουσική αυτό που είναι. Τι κρύβεται όμως πίσω από κάθε στίχο στο ρεμπέτικο τραγούδι;

Το ρεμπέτικο, με τη ρίζα του στην περασμένο αιώνα, αποτελεί μια αυθεντική μουσική φωνή της Ελλάδας. Προέκυψε στις αστικές περιοχές, στις πλατείες, τα καφενεία και τις ταβέρνες, σε έναν κόσμο που αντιπροσωπεύει την έκφραση της κοινωνικής μαργιναλιότητας. Οι ρεμπέτες, οι πρωταγωνιστές αυτού του μουσικού κινήματος, ήταν άνθρωποι που έζησαν μια αντισυμβατική ζωή, και βρήκαν στο ρεμπέτικο τον τρόπο να εκφράσουν την οργή, τη θλίψη, την αγάπη και την ελπίδα τους.

Το Καφέ - ουζερί των αδερφών Τσιτσάνη

Το Καφέ – ουζερί των αδερφών Τσιτσάνη

Ο όρος «ρεμπέτικο» εμφανίζεται πρώτη φορά το 1900-12 σε ετικέτες δίσκων γυρισμένων στην Σμύρνη (Απονιά) και την Κωνσταντινούπολη (Τικι τικι-τακ). Ωστόσο η ετυμολογία του είναι ένα ζήτημα το οποίο παραμένει αναπάντητο μέχρι σήμερα. Τα ρεμπέτικα τραγούδια αναφέρονται σε θέματα όπως η αγάπη, ο έρωτας, η μοναξιά, ο πόνος, οι φυλακές, η μάστιγα των ναρκωτικών και η παρανομία.

Οι απαρχές του ρεμπέτικου έχουν προταθεί πως συνδέονται με τα τραγούδια των φυλακών. Η πρώτη αναφορά στα τραγούδια των φυλακών εντοπίζεται στα μέσα του 19ου αιώνα. Στα 1850 ο Γάλλος ευγενής Αππέρ επισκέφτηκε την Ελλάδα για να μελετήσει το πρόβλημα των οθωνικών φυλακών και αναφέρθηκε και στα τραγούδια που ακούγονταν σ’ αυτές. Οι φυλακές καθόρισαν σε ιδιαίτερο βαθμό την διάδοση του ρεμπέτικων τραγουδιών μεταξύ των κρατουμένων. Οι μουσικοί που βρίσκονταν εκεί άρχισαν να παίζουν μαζί και να δημιουργούν νέα τραγούδια, επηρεασμένοι από τις προσωπικές τους εμπειρίες και τις συνθήκες της φυλακής.

Περίοδοι του ρεμπέτικου

Μέχρι το 1938

 Σούρα και μαστούρα, Ανέστης Δελιάς-1936

Το ρεμπέτικο τραγούδι μέχρι το 1938 αντιπροσώπευε μια περίοδο έντονης δημιουργίας και ανάπτυξης. Οι πρώτες ηχογραφήσεις ρεμπέτικων τραγουδιών ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1920, με την εμφάνιση κορυφαίων καλλιτεχνών του είδους όπως οι Ρόζα Εσκενάζυ και Μάρκος Βαμβακάρης. Μέχρι το 1938, το ρεμπέτικο εξελίχθηκε σε διάφορες μορφές, όπως το πειραιώτικο, το σμυρναίικο και το μπουζούκι-λαϊκό. Τα πρώτα ρεμπέτικα αναφέρονται κυρίως σε παραβατικές πράξεις, στην ανεργία, τα ναρκωτικά, σε ερωτικές σχέσεις, την προσφυγιά (Μικρασιατική καταστροφή) κ.α. Οι στίχοι και οι μελωδίες αντικατοπτρίζουν την πικρία, τη μοναξιά, την απογοήτευση, την αντίσταση, την αγάπη και την πόνο. Το 1937 εμφανίζεται ο Βασίλης Τσιτσάνης, ένας από τους πιο γνωστούς και επιδραστικούς συνθέτες και τραγουδιστές του ρεμπέτικου ενώ την ίδια περίπου περίοδο επιβάλλεται από το καθεστώς του Μεταξά «Διάταξη Λογοκρισίας» και το περιεχόμενο αλλάζει αναγκαστικά. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι οι αναφορές στο χασίσι, στους τεκέδες και στους ναργιλέδες εκλείπουν εκείνη την περίοδο.

 1938 – 1960 περίπου

Σωτηρία Μπέλλου 
(22/8/1921 – 27/81997)

 Από το 1938 έως περίπου το 1960, η ρεμπέτικη μουσική χαρακτηρίζεται από μια σειρά επιρροών και αλλαγές στον ήχο και το ύφος του είδους. Η δεκαετία του 1940 ήταν η περίοδος της Γερμανικής Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου στην Ελλάδα, και τα τραγούδια αντανακλούσαν τις δυσκολίες, τις απώλειες και τις αντιξοότητες που αντιμετώπιζε ο λαός. Το ρεμπέτικο της κατοχής αντικατοπτρίζει ένα ιδιαίτερα συναισθηματικά φορτισμένο κλίμα και περιέχει στίχους και μουσική που εκφράζουν την αντίσταση, τη θλίψη, την απώλεια και την ελπίδα της εποχής εκείνης. Το συναίσθημα του ρεμπέτικου της κατοχής είναι βαθιά συνδεδεμένο με την αδικία, την καταπίεση και την απώλεια της ελευθερίας. Πολλά τραγούδια της εποχής αναφέρονται σε θέματα όπως οι απελάσεις, οι φυλακές, οι εκτελέσεις και η απώλεια αγαπημένων προσώπων.

Παράλληλα, αποτελεί έκφραση της ελπίδας και της πίστης στην ελευθερία. Τα ρεμπέτικα τραγούδια απέκτησαν πολιτική και κοινωνική σημασία, εκφράζοντας τις επιθυμίες, τις αγωνίες και την αγανάκτηση των ανθρώπων. Στην δεκαετία του 1940 εμφανίζεται η Σωτηρία Μπέλλου ενώ στην δεκαετία του 1950 εμφανίζονται δύο πολύ σημαντικοί νέοι τραγουδιστές, ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Το ρεμπέτικο βρίσκει απήχηση σε όλο και μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού με  αποτέλεσμα να επεκταθεί η θεματολογία του και να αλλάξουν οι χώροι στους οποίους ακουγόταν.

1960 και μετά

 Στη δεκαετία του 1960 νεκρανασταίνεται το ρεμπέτικο. Στη δεκαετία του 1960, νεαροί μουσικοί και λάτρεις του είδους άρχισαν να ανακαλύπτουν και να επανεκτελούν παλιά ρεμπέτικα τραγούδια, σεβόμενοι φυσικά την παράδοση. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 πεθαίνουν μερικοί από τους μεγαλύτερους ρεμπέτες (Στράτος Παγιουμτζής 1971, Μάρκος Βαμβακάρης 1972). Από τη στιγμή εκείνη αρχίζουν να δισκογραφούν οι περισσότεροι ρεμπέτες, εκδίδονται βιογραφίες (Βαμβακάρης 1973, Ροβερτάκης 1973, Ρούκουνας 1974, Τσιτσάνης 1979, Μουφλουζέλης 1979 κ.λ.π) και εμφανίζονται πολλές ρεμπέτικες κομπανίες. 

Ταυτόχρονα ιδρύονται κέντρα για την μελέτη του ρεμπέτικου τραγουδιού και οι πανεπιστημιακοί λαογράφοι αρχίζουν να το μνημονεύουν. Τη δεκαετία του 1980 γυρίζονται ταινίες (Ρεμπέτικο του Κ. Φέρρη με τραγούδια των οποίων η θεματολογία και η μουσική προσομοιάζουν σε αυτά των ρεμπέτικων.), τηλεοπτικές σειρές (Μινόρε της Αυγής), επιθεωρήσεις (Μινόρε της Αλλαγής). 

Το 1984 πεθαίνει ο Βασίλης Τσιτσάνης ένας από τους μεγαλύτερους ρεμπέτες και η κηδεία του γίνεται δημοσία δαπάνη. Ιδρύονται μουσεία, διοργανώνονται συνέδρια, εγκρίνονται μεταπτυχιακές και διδακτορικές διατριβές. Ακόμη και σήμερα μερικοί υποστηρίζουν πως το ρεμπέτικο πέθανε. 

Κατά πόσο μπορεί  όμως να θεωρηθεί νεκρό ένα είδος τραγουδιού το οποίο τραγουδιέται ακόμη με πάθος;

Από την Εμμανουέλα Γαρυφαλιά Τσέτσου

Πηγές:

https://www.mousikes-diadromes.gr

https://el.wikipedia.org/wiki/

https://sparmatseto.gr/

Αναδημοσίευση από: yourearticles.com

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Next page