Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

«ΚΑΦΕ-ΑΜΑΝ»- «Ο ΠΟΛΥΦΕΡΝΟΣ …ΜΑΚΑΜΙΚΟΣ… ΤΑΞΙΔΙΩΤΗΣ!!». (✑Του Μπάμπη Κ. Μώκου)

 Γράφει ο Μπάμπης Κ.Μώκος
«Κείνο τα’ αστέρι το λαμπρό που πάει κοντά στην πούλια,
‘κείνο μου φέγγει κι’ έρχομαι, Δέσπω μου, στην αυλή σου.
Βρίσκω την πόρτα σφαλιστή και τα κλειδιά παρμένα,
Δέσπω μου, σκύβω, φιλώ την κλειδωνιά, θαρρώ φιλώ εσένα!».

Καφέ-Αμάν. Τραγούδια λαγγεμένα, μακρόσυρτα, της ρίζας μας πολλά της ανατολικής νωχελικής ρυθμικής νοοτροπίας, αλλά και του κεφιού, του γλεντιού, με αρχή τα «ταραπεζάδικα» (τα ονομαστά παραδοσιακά τραγούδια της τάβλας). Ύστερα τα μελισματικά, των μερακλήδων μέχρι και τους γιαρέδες και τους  αμανέδες. Αρχή με μελωδίες και ρυθμούς της στεριανής Ελλάδας και οι μουσικοί δεξιοτέχνες. Έκφραση με μουσικές ανάμικτες, χρόνο με τον χρόνο, απ’όλες τις ράτσες, όλες τις…πάντες γειτονικών λαών και ανθρώπων  με τα λεγόμενα μουσικά δάνεια και …αντιδάνεια,με προσήλωση και σεβασμό στα Μακάμ.

Τα βασικά: Ένα βιολί, ένα ούτι, το κανονάκι, ένα σαντούρι, το κλαρίνο, τα…κρουστά-τα τούμπανα και…μικροτάμπουρλα για το…ίσο και τον ρυθμό.

Στα Γιάννενα, στο περίφημο «Γυαλί Καφενέ», γίνονται τα γλέντια των γηγενών, αυτών που ετοιμάζονται να ξενιτευτούν και γιορτάζουν  τα «ξεχωρίσματα».. Πανηγύρι, όπου δίνουν  και παίρνουν τα λεγόμενα «στιχοπλάκια». Δίστιχα αυθαίρετα στιγμιαίας επινόησης και ύστερα τραγούδι και χορός ατέλειωτος από τους ντόπιους μάγκες και ασίκηδες, τους Παντίδους και τους Καραμπέρηδες,όπως τους λένε οι ντόπιοι..

Και κάθε Σεπτέμβρη –του Σταυρού- ξεκινούν τα λεγόμενα «καραβάνια» με τους μετανάστες και οδηγούς τους Καραβανάρηδες. Ονομαστοί «καραβανάρηδες» είναι ο Ρόβας και ο Σίνας. Σταθμοί αναχώρησης τα Γιάννενα, το Ζαγόρι, η Κοζάνη, τα Γρεβενά και Θεσσαλονίκη.
Το ταξίδι μέχρι τα …μέσα Βαλκάνια δύσκολο …κοντά 40 μερόνυκτα!. «Σαράντα μέρες εκάμαμεν οπου να φθάσωμεν στην έρμη τη Βλαχιά, στο Βουκουρέστι!». Ημερήσια οδοιπορία 10 ώρες και διανυκτέρευση στα Χάνια, τα ονομαστά «Καραβάν Σαράγια», όπου αποβραδίς στήνονται τα γλέντια. Το μεγαλύτερο Χάνι στο Βουκουρέστι είναι το «Γκρέτσι» και ανήκει σε Έλληνα Ηπειρώτη. Ως εδώ τα όργανα είναι ένα ούτι, ένα βιολί,ένα κλαρίνο και ο μαέστρος που ξεχωρίζει Μακαμίστας.

Η παράδοση λέει πως στη απόσταση από Γιάννενα μέχρι και την Κωνσταντινούπολη τα Χάνια υπερέβαιναν τα 40. Σ’αυτούς ακριβώς τους χώρους ξενιτεμένοι, μετανάστες, αλλά και μουζικάντες γίνονται ένα μωσαϊκό. Φυλές και μουσικές νοοτροπίες που εκφράζονται σε μικρούς χώρους στήνοντας τα Καφέ Αμάν. Σημαντική για την εποχή διαπιστώνεται  η συμβολή των γυρολόγων τσιγγάνων αυτοσχέδιων μουσικών κάθε περιοχής των Βαλκανίων, που ανέμελοι δεν δίνουν και τόση σημασία σε καταγωγές, θρησκευτικές και άλλες γενεαλογικές παραδοσιακές προκαταλήψεις, ορίζοντας την μουσική εκδηλωτικότητα σαν ελευθερία ψυχής μοναδική.

Μια γλώσσα μουσικής παραδοσιακής σοφίας υπέρτατη. Άλλες, ποικίλες  μουσικές μελωδίες, άλλα …πατήματα, άλλοι σκοποί, άλλες μουσικές νοοοτροπίες. Ένας σύμμεικτος υπέροχος μουσικός τρόπος  έκφρασης. Πλήθος από χορούς και τραγούδια και -βέβαια-πολλών ειδών, τόπων και τρόπων. Μουσικά διάφορα όργανα. Όπου τα όρια και τα σύνορα ανάμεσα σε κράτη τα… καβαλά και τα προσπερνά με απίστευτη διαπερατότητα ανεμπόδιστα ο μουσικός πολιτισμός που διαρκώς κυοφορεί και γεννά αριστουργήματα από τόπο σε τόπο. Από στόμα σε στόμα. Τόσο που φθάνει ένα μουσικό μελώδημα από την Σμύρνη να υιοθετείται και να κυκλοφορεί, να τραγουδιέται με πάθος από ανθρώπους αλλοεθνείς με διαφορετική κουλτούρα εθνική ή άλλη:                              

 «Από ξένο τόπο κι’από αλλαργινό, ήρθε ένα κορίτσι 18 χρονώ….!».-

Και τα φέρνει ο καιρός που οι καραβαναραίοι τώρα κατηφορίζουν κατά ανατολικά στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ χτυπά η καρδιά του ελληνισμού της Πόλης. Στα Τατάβλα, αριστερά και δεξιά υπάρχουν αμέτρητα τα κέντρα. Το «Καρλίκι», το «Αραγάτ», η «Ακρόπολη»  και πολλοί Μειχανέδες (ταβέρνες  με μουσική σε μικροστέκια δίκην Καφέ Αμάν), καθώς και εστιατόρια με μουσική ,τα λεγόμενα «Καζίνο».
Οι οργανοπαίχτες Ρωμιοί, Εβραίοι, Τσιγγάνοι, Αρμένηδες και Τούρκοι σε κομπανίες και το γλέντι μέχρι πρωίας.

«Στο Γαλατά θα πιω κρασί, στο Πέρα θα μεθύσω
και πέρα στο Γεντι Κουλέ κοπέλα θ’αγαπήσω…!».-                                          

Ονομαστός εδώ ο Μειχανές της Μαντάμ Δέσποινας Κανλή. Γεννήθηκε στην Ίμβρο και από Ι6 χρονών χόρευε στους μειχανέδες, μέχρι που απόκτησε τον δικό της που έγινε ονομαστός και περιζήτητος στα Τατάβλα. Εκεί σε περιοδεία στην Πόλη, εμφανίζεται και τραγουδά το 1954 και η Ρόζα Εσκενάζυ με συνοδεία στο ούτι τον Αγάπιο Τομπούλη και τους μερακλομουζικάντες Λάμπρο Λεονταρίδη στη λύρα και τον Λάμπρο Σαββαίδη στο κανονάκι.
Κλαρίνο παίζει ο Σουκρήμπεης-Σουκρουτουνάρ,(Şükrü Tunar) το πρώτο κλαρίνο της Τουρκίας. Η κομπανία ανάμεσα στα άλλα, ηχογραφεί τότε και την περίφημη «Διαμαντούλα!».


Στο Ταξίμ, στην μεγάλη οδό του Πέραν υπήρχε και το ονομαστό «Καφέ- Αμάν» «Επτάλοφος». Εκεί πρωτόπαιξε σε ηλικία μόλις 12 χρονών ο «Outi Giorgo Efenti», ο Γιώργος Μπαντζανός, μουσικός θρύλος, το πρώτο ούτι της Ανατολής,συνοδός πρωτοπαίκτης της ακουστής Oulsum. Τσιγγάνος από την Σιλυβρία της Προποντίδας, που μαζί με τον αδελφό του άφησαν ιστορία στη παραδοσιακή μουσική ρωμαίικη πολίτικη μουσική.


http://nikosxeiladakis.gr/wp-content/uploads/2016/09/maxresdefault-1.jpg
Ευθαλία  «Deniz Kizi»
    Μια ακόμη εξαιρετική προσωπικότητα συμβολής στην κλασσική μουσική παράδοση των Ρωμιών τραγουδιστών της πόλης είναι και η Κυρία Ευθαλία.

Η Ευθαλία η «Deniz Kizi» (Η κόρη, η γοργόνα της θάλασσας), που από 5 ετών τραγουδούσε στον Βόσπορο και βάρκες και πλοία σταματούσαν να την ακούσουν. Έφυγε από κρυολόγημα το 1939.

Ένα από τα περίφημα τραγούδια της:

«Μενεξέδες και ζουμπούλια και θαλασσινά πουλιά, 
σαν θα δείτε την καλή μου, χαιρετίσματα πολλά.’ 
Ει, βαλα, έι βαλα ω!ω!..μόνο εσένα αγαπώ!..».-

Σιμώνει ο καιρός και τα Καφέ -Αμάν όλο και κατηφορίζουν Μικρασιάτικα .

Σμύρνη. Η Αγγέλα Παπάζογλου αφηγείται:

«Λέγανε οι παλιοί τραγουδιστές πως εκείνο τον καιρό μόνο στη Σμύρνη το γένος μπορούσε να παίζει όργανα και να τραγουδά και ν’ακούει όλη η Ανατολή και η Ευρώπη. Και η ρημαγμένη Ελλάδα άκουε μουσική από την Σμύρνη. Προπάντων τα νησιά. Εδώ ήταν τότε μεσαίωνας, μια σκοτεινιά και η Σμύρνη μια ξαστεριά που φώταε. Είναι πολλά τα τραγούδια της Σμύρνης. Ώρες μπορείς να τα τραγουδάς. Μέρες. Όλοι είχανε το τραγούδι τους. Και οι ανθρώποι, οι τοποθεσίες κι’όλες οι δουλειές. Και δεν ήταν ανάγκη νά’σαι Σμυρνιός. Άμα έμενες στη Σμύρνη, σου βγάζανε τραγούδι..Τριακόσιες χιλιάδες τραγούδια λέγανε πως ήξερε στη Σμύρνη ένας άνθρωπος. Και που να τα θυμάμαι τώρα. Δείγματα σου λέω. Όπως βάζεις και δοκιμάζεις μια ελιά. Κι’άμα αναστέναζε ο Σμυρνιός αναστέναζε για τη σκλαβιά του.Κι’άμα αναστέναζε ο Σμυρνιός τραγουδούσε. Τραγουδούσε φανερά κι’αντρίκια, όπως ο κόκκορας!....».-

Στην πλουμιστή Σμύρνη στα περίφημα Καφέ-Αμάν της, ο απλός, ο λαϊκός ο κόσμος γλεντά τα πάθη, τα λάθη, τους καημούς του. Και δεν δίνει ο Σμυρνιός σημασία στο από πού και ποιος είναι ο μουσικός, ο «παιχνιδοπαίχτης» που ταιριάζει να παίξει μαζί του. Μουσική πανδαισία, μείγμα με σκοπούς βυζαντινότροπους και αραβοπερσικούς.

Ο Λ.Καρακάσης αφηγείται: «Σε ένα θέατρο που κάηκε στα 1884 (Μ.Ε.Ε.Σμύρνη σ.60) έπαιζαν μελοδραματικοί θίασοι ιταλικοί και γαλλικοί. Στα 1993, ένας Λεβαντίνος, ο Γκιγιώμ εγκαινίασε το πρώτο καφέ αμάν, ανεβάζοντας στο πάλκο για πρώτη φορά τραγουδίστριες και χορεύτριες, συνήθως Εβραίες η Γύφτισσες. Στα αστικά σαλόνια  τραγουδούσαν ρομάντζες με ακοπανιαμέντο πιάνου και χόρευαν κανδρίλιες και λανσιέδες. Ο κοσμάκης είχε το Καφέ-Αμάν. Εκεί σύχναζαν και οι νταήδες που αντιστοιχούσαν στους παλιούς Γιαννιώτες «μπαντίδους» και που τους περιγράφει Σμυρνιός ποιητής:

«Είμαι νταής κι’άμα χορεύω το χασάπικο, 
μπάλλο, καρσιλαμά και τσιφτετέλι,
με το γλυκό του Γιοβανάκι το βιολί, 
ούλη η Σμύρνη να με καμαρώνει θέλει.
Είμαι νταής κι’ούλες τσι νύχτες ξενυχτώ 
με τον Μπογιάτη Μάγκο και τον Καραμπέτη. 
Την Κιορ Κατίνα πω, πω, πω θα λωλαθώ 
και τα τραγούδια μας στάζουν μεράκι και σερμπέτι…..
Είμαι νταής κι’έχω το ούζο για θεό 
και γιαβουκλού σε κάθε δρόμο και ντουρσέκι, 
γλεντώ χορεύω, πίνω και μεθώ
και με τραγούδια και βιολιά και τουμπερλέκι…!»

Για να φθάσουμε σήμερα, ύστερα από έναν και παραπάνω αιώνα σε σχήματα και κομπανίες από βιρτουόζους μουσικούς να αποτυπώνουν περίφημα με θαυμαστή πιστότητα και απόλυτο σεβασμό το ύφος και τη  μουσική των Καφέ-Αμάν, άσχετα αν οι χώροι λέγονται «μπύρες» η ρεμπετάδικα. Σημασία έχει η μουσική πολιτισμική συντήρηση και συνεχής διαπερατότητα του ύφους που η ελληνική ψυχή το γουστάρει, το φυλάει, το προστατεύει σαν θησαυρό και το…θεραπεύει αδιάλλειπτα και αδιαπραγμάτευτα.

Τιμή, θαυμασμός, εκτίμηση και σημερινούς μουσικούς που ανασταίνουν θύμησες από υπέροχες μακάμικες δημιουργίες μιάς Παπαγκίκα, μιάς Κας Κούλας - (Κυριακή Γιόρντζη-Αντωνοπούλου), του Αχιλλέα Πούλου, του κρητικού Χαρίλαου Πιπεράκη και του Αρμένιου ουτίστα Μάρκο Μελκόν- Marko -Melkon Alemsherian.

Αυτών των υπέροχων καλλιτεχνών «παιχνιδατόρων», των πρεσβευτών –συνταξιδιωτών του μακάμικου υπέροχου μουσικού υποστρώματος, που το έφθασαν στα πέρατα, ως την Αμερική.


 
✑ Του Μπάμπη Κ. Μώκου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Next page