Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Ο ΤΕΚΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ ..

Τούρκικο καφενείο με λουλάδες. "τεκές" σημαίνει τούρκικα "ιερό των ντερβισάδων", ντερβίσιδες ήταν μοναχοί μουσουλμάνοι, αργότερα η λέξη πήρε την έννοια του χώρου που μαζευόντουσαν να καπνίσουν χασίσι.
Ο τεκές είχε αλλού χώμα και αλλού σανίδια για πάτωμα, κυρίως όμως είχε χώμα, στον τεκέ ήθελαν απόλυτη ησυχία, όχι μουγγός αλλά ήσυχα, όλα τα κάνει τεκιτζής, όλοι ρούφαγαν από το ίδιο καλάμι του ναργιλέ.

Τα έπιπλα του τεκές είχε καρέκλες (όχι πολλές κάνα δύο), καναπεδάκια, σοφράδες και πολλά σκαμνιά  (αναλυτικά πως είναι ο τεκές θα τον παρουσιάσω στο κεφάλια ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΤΕΚΕΣ, όχι ότι έτσι ήταν οι τεκέδες στην Ελλάδα, αλλά παίρνεις μια άποψη πως ήταν ο τεκές).
ΣΥΝΕΡΓΑ ΤΕΚΕ
ΜΑΓΚΑΛΙ :
Απαραίτητο χειμώνα καλοκαίρι εκεί υπήρχαν διάφορα καρβουνάκια (από θυμάρι που τα άφηναν να ξεραθούν, αμύγδαλα, μπαμπάκι κλπ). Το μαγκάλι το είδα μόνο σε μικρασιάτες, ήταν μια φτηνή μέθοδος για ζεστασιά, φτιαχνόταν από λαμαρίνα άβαφη που από την θερμότητα σκούριαζε και καταστρεφόταν γρήγορα, το μαγκάλι του καστανά είναι πολύ επαγγελματικό σε σχέση με αυτά που χρησιμοποιούσαν οι πρόσφυγες.

 Τώρα το άναβαν με κάρβουνα (στην καλύτερη) ή με πιταράκια (αυτά ήταν καρβουνόσκονη και περιττώματα ζώων τα οποί τα ζύμωναν σε σχήμα κεφτέδων (μεγάλων σαν την παλάμη μας).

Το μαγκάλι ήταν επικίνδυνο διότι η καύση γίνεται στον χώρο και γίνεται κατανάλωση οξυγόνου και εκπέμπεται διοξείδιο του άνθρακα, οι χώροι κρατούντο κλειστοί λόγω του κρύου και έτσι υπήρχαν θάνατοι από έλλειψη οξυγόνου.

Στην δεκαετία του 50 και πιο πίσω έβλεπες μαγκάλια στα πεζοδρόμια και ανοικτά παράθυρα για να ανανεωθεί ο αέρας ΑΛΛΟΙΜΟΝΟ αν κάποιος κοιμόταν το βράδυ με μαγκάλι αναμμένο ΔΕΝ ΞΗΜΕΡΩΝΟΤΑΝ.

Σμύρνη τούρκικο καφενείο  με γυάλινους λουλάδες.
  ΤΕΝΕΚΕΣ :
Υπήρχε ένα τενεκές με νερό για να φτύνουν μέσα οι χασικλήδες όταν τους έπιανε βήχας.
ΝΑΡΓΙΛΕΣ:
Ήταν από καρύδα (την έκοβαν και έβγαζαν από μέσα το φαί της , βάζανε καλάμι. Φτιάχναν την ντουμανόπορτα, το σερί ), από σταμνάκι, από τενεκέ του γάλακτος, από πέτρα, από τούβλο (σκαλιστό σαν φλιτζανάκι), ναργιλέδες από γυαλί δεν υπήρχαν, αυτοί υπήρχαν στα καφενεία.

ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
ΤΟΥΜΠΕΚΙ : Είναι ένα φύλο καπνού που δεν το κόβουν όπως το καπνό, το κόβουν ψιλό με μαχαίρι., οι χασικλήδες κάπνιζαν τα «καήματα του τουμπεκιού» δηλαδή αυτά που έμεναν στους γυάλινους ναργιλέδες των καφενείων (τα οποία δεν είχαν χασίσι)
ΤΖΟΥΡΑ : Είναι  «καήματα του τουμπεκιού» αλλά και η ρουφηξιά.

ΖΑΦΕΙΡΙΑ :  Είναι οι καπνίλες και τα λάδια, μέσα στο νερό του ναργιλέ.

ΤΡΑΒΗΧΤΌ : Είναι το καλάμι από το οποίο ρούφαγαν.

ΚΑΙΝΑΡΙ : Αναφερόταν για το καλό χασίσι που γινόταν μέσα από μια ειδική επεξεργασία ο Μάρκος αναφέρει τον τρόπο.

ΤΣΙΚΑ : Είναι το μισό δράμι .

ΖΟΥΛΑ : Μέρος όπου έκρυβαν τα σύνεργα για να μη τα βρει η αστυνομία (ανοίγανε λάκκους και τα θάβανε, σε κρύπτες στην ντουλάπα, το χασίσι κρυβόταν σε τενεκέδες των σκουπιδιών, στα κεραμίδια κλπ μέρη τυλιγμένο σε λαδόχαρτο.

ΤΗΝ ΨΩΝΙΣΑ : Όταν ο χασικλής παθαίνει ζημιά και δεν μπορεί να συνέλθει.

ΜΠΑΣ ΧΑΣΙΚΛΗΣ :  Αρχιχασικλής.

ΤΕΡΙΑΚΛΗΣ : Παθιασμένος, θεριακλής.

ΕΛΚΕΦΗΣ : Πρωτάρης

Κάπως έτσι ήταν ένας αξιοπρεπής τεκές.
Ο ΤΕΚΕΤΖΗΣ

 Οι τεκετζήδες συνήθως φουμάρανε και οι ίδιοι και όταν ήταν ο ίδιος μαστούρης έβαζε «υπάλληλο», δηλαδή κάποιο χασικλή που του χρώσταγε να διεκπεραιώνει την δουλειά. Οι σχέσεις τους με την αστυνομία ήταν ύποπτη συμβιβασμού, κατάδοσης και εξαπάτησης. Χαρακτηριστικές περιγραφές για τους γνωστότερους τεκετζήδες.

Ο Σάλωνας ήταν ήσυχος άνθρωπος, ντυμένος πολύ καλά με δακτυλίδια, κουστούμι, ήταν Θεσσαλονικιός και η οικογενειάρχης πολύ καλός, στον τεκέ του πήγαιναν οι φουκαράδες χασικλήδες, είχε κάνει φυλακή στην Παλαιά Στρατώνα.

Ο Μίχαλος  είχε τεκέ για «φίνους μάγκες», οι λεφτάδες και λειτουργούσε όλο το εικοσιτετράωρο, δεν είχε καλές σχέσεις με την αστυνομία και γι αυτό τον κυνηγούσανε (φυλακές, εξορία, ξύλο κλπ).

Ο Πολυκαρδιώτης είχε τεκέ για εργαζόμενους χασικλήδες που εξ υπακούετε ότι είχαν και λεφτά.

Ο Αβίγλης δεν έβλεπε καθόλου «ήτανε γκαβός και από τα δύο μάτια», παλιός βουτηχτής, οικογενειάρχης με πολλά παιδιά.

Ο Γραβαράς είχε την φήμη παλικαριού με ψυχή, ήσυχος άνθρωπος, καταγόταν από την Μύκονο και διαρρήκτης πρώτος, είχε κάνει φυλακή στην Παλαιά Στρατώνα.

Ας δούμε τι λέει ο Νίκος Μάθεσης για τους τεκετζήδες:

Οι τεκετζήδες ήταν μάγκες αλλά όχι νταήδες, δεν ήταν σκυλόμαγκες ποτέ. Ένας σκυλόμαγκας που είχε κάνει χρόνια στη φυλακή δεν έκανε αυτή τη δουλειά, να γεμίσει το λουλά, να τον ανάψει και να τον δώσει σ’ αυτόν που παρήγγειλε, σε άνα μαγκάκι που θέλει να βγει κι αυτός κάτι, να του κάνει τον υπηρέτη. 

Φυσικά τα πράγματα δεν ήταν τόσο «ειδυλλιακά» όσο τα παρουσιάζει ο Μάθεσης. Να τι αφηγείται στο Λευτέρη Παπαδόπουλο ο Ιωάννης Κανακάρης υπασπιστής του περιβόητου ενωματάρχη της Ασφάλειας Πειραιώς Γιάννη Γαλιγάλη: Αρκετές φορές (η αστυνομία συνεργαζόταν με τους τεκετζήδες). Όχι όμως για να πιάνει τους χασικλήδες, αλλά για να συλλαμβάνει τους κλέφτες. … Μόλις, λοιπόν ο τεκετζής έβλεπε στον τεκέ ένα άγνωστο πρόσωπο που είχε πάει για να φουμάρει δήθεν, αλλά στην πραγματικότητα για να κρυφτεί από την Ασφάλεια, …, έκανε το εξής κόλπο: κουνούσε στο παράθυρο του τεκέ μια μικρή σημαιούλα, που την είχε δεμένη μ’ ένα σπάγκο. Κάποιος πιτσιρίκος, που τον είχαμε επιτούτου έξω από τον τεκέ, έβλεπε τη σημαιούλα που κουνιόντα κι έτρεχε αμέσως και μας ειδοποιούσε….

Σημαία κουνούσε ο Σταύρακας, ο Σάλωνας, ο Μίχαλος και πολλοί ακόμα, εξασφαλίζοντας έτσι τα στραβά μάτια της Ασφάλειας….
 

Προπολεμικό μαγκάλι (τέτοια μαγκάλια είχανε στους τεκέδες, και στους οίκους ανοχής αλλά και τα σπίτια του λαού), σήμερα κυκλοφορούν μαγκάλια πολυτελείας, αλλά μαγκάλι μπορεί να γίνει ακόμα και από βαρέλι σιδερένιο αν το κόψεις.

Ο Μάθεσης ο "τρελάκιας" πάντως λέει κάπως περιφρονητικά για τον σημερινό Πειραιά:

«Σιγά – σιγά όμως ερχότανε στον Περαία η εξέλιξις.
Οργανώθηκε το λιμάνι του Περαία που όλοι οι εργάτες του σχεδόν ήταν κλέφτες. Έγινε ο Οργανισμός, κυκλιδώματα γύρω στο λιμάνι, ατομική που μπαίνεις και που βγαίνεις, καταδότες εργάτες εν δράσει! Καταργηθήκανε οι βαρκάρηδες με αποζημίωση, τα καράβια πλευρίζουνε στο λιμάνι. Πάνε οι μαούνες(φορτηγίδες) που ήταν άσυλο για τους κλέφτες. Επεκτάθη η Αστυνομία Πόλεων!!! Βγήκανε άλλα επαγγέλματα, μηχανικοί, καπεταναίοι, ηλεκτρολόγοι κ.λπ. 
Τα παιδιά τους δουλεύανε την ημέρα και εσπούδαζαν το βράδυ.
Οι οίκοι ανοχής έκλεισαν. Οι ντεκέδες έσβησαν. Πήραν την σκυτάλη οι τουρίστες, οι αριστοκράτες μας κ.λπ. Οι ταβέρνες έκλεισαν. Αμανές δεν ακούγεται τα βράδια στους κοντινούς δρόμους γιατί είναι φωτισμένοι και μπεκρήδες δεν υπάρχουνε. Οι μπαράγκες των συνοικισμών χάθηκαν και έγιναν διώροφα και τριώροφα σπίτια! 
Τα κοτέτσια και τα καταγώγια της Δραπετσώνας γκρεμίστηκαν και υψώθηκαν οκταώροφες πολυκατοικίες. Το Κολωνάκι του Πειραιώς! Ο μαραγκός, ο σουβαντζής, ο κάθε εργάτης έχει το αυτοκίνητό του ή την βέσπα του. Και αντί για ούζο ή κρασί, η κόκα – κόλα και η πορτοκαλάδα έχει το λόγο …».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Next page