«Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη…». Τραγούδι του 1975 που ίσως πρωτοτραγουδήθηκε από τον Παναγιώτη Μιχαλόπουλο και έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές σε ταβέρνες αλλά και… σκυλάδικα της εποχής. Τη μουσική φέρεται να έχει γράψει ο Λεονάρδος Μπουρνέλης ενώ στιχουργός… υπογράφει ο Παναγιώτης Μιχαλόπουλος.
Οι στίχοι:
Δεν ξανακάνω φυλακή.
με τον Καπετανάκη
που `χει ντούγκλα στο μουστάκι
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε.
Τη δόλια τη μανούλα μου
την πότισες φαρμάκι,
αχ, εσύ Καπετανάκη.
Τα μελιτζανιά να μην τα βάλει πια.
Ξυπνώ και βλέπω σίδερα,
στη γη στερεωμένα
τα παιδάκια τα καημένα.
Τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε.
Ομοιότητες
Οι μελετητές του ρεμπέτικου επισημαίνουν αρκετά συχνά τις ομοιότητες του «Καπετανάκη» με το τραγούδι «Καταστράφηκα». Πρόκειται για τραγούδι του 1957 με τον Στέλιο Σουγιουλτζή και τη Βούλα Γκίκα σε σύνθεση του Γιώργου Ροβερτάκη. Υπάρχουν μουσικές ομοιότητες, αλλά και στιχουργικές.
«Ο Καπετανάκης», συμπεριλήφθηκε από τον Ηλία Πετρόπουλο, στην πρώτη έκδοση του βιβλίου του "Ρεμπέτικα τραγούδια", το 1968, στο κεφάλαιο "Της φυλακής" (σελ.278). Ο Πετρόπουλος υποστηρίζει ότι το τραγούδι ακουγόταν τη δεκαετία του 1920. Αναφέρει επίσης ότι ο «Καπετανάκης προφανώς ήταν δεσμοφύλακας».
Ο επιστάτης
Η αναζήτηση του πραγματικού «Καπετανάκη», απασχόλησε αρκετούς μελετητές. Με αυτό το επώνυμο υπήρχε επιστάτης των φυλακών της Παλιάς Στρατώνας - δίπλα από την πύλη Ανδριανού στο Μοναστηράκι- το 1920 από την Κρήτη. Μάλιστα, ο Καπετανάκης κατάφερε να σταματήσει ποινικούς κρατούμενους που προσπάθησαν να δραπετεύσουν στη διάρκεια εξέγερσης με αφορμή ένα βασιλικό διάταγμα που έδινε αμνηστία στους περισσότερους πολιτικούς κρατούμενους.
Ο λοχαγός
Ένας άλλος Καπετανάκης, που από κάποιους συνδέεται με το τραγούδι είναι ο Νικόλαος Καπετανάκης από το Μοχό Πεδιάδας Ηρακλείου. Ήταν λοχαγός στη Μικρασιατική Εκστρατεία και συγκεκριμένα στη Μάχη του Δορυλαίου το 1921. Αργότερα τοποθετήθηκε ακόλουθος του Βενιζέλου. Δεν έχει όμως σχέση ο Νικόλαος Καπετανάκης, με τη φυλακή και σύμφωνα με φωτογραφίες της εποχής δεν είχε «ντούγκλα στο μουστάκι».
Ο Douglas Fairbanks
Σύμφωνα με μια εκδοχή, η λέξη «ντούγκλα» προέρχεται από το όνομα του ηθοποιού Douglas Fairbanks (1883-1939), που έπαιζε τη δεκαετία του 1920, σε ταινίες όπως ο «Ζορό» (1920) και ο «Ρομπέν των Δασών» (1922). Ο ηθοποιός είχε «τσιγκελωτό» μουστάκι. Την ίδια εποχή, οι ρεμπέτες χρησιμοποιούσαν, για τα μαλλιά κυρίως, την αλοιφή «Douglas» ως ζελέ.
Η εξήγηση του Πλεμμένου
Υπάρχει και η εξήγηση, στην οποία αναφέρεται ο Γιάννης Πλεμμένος, εθνομουσικολόγος – ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών. Ο κ. Πλεμμένος αναφέρει:
«…σύγχρονοι μελετητές του ρεμπέτικου έχουν αμφισβητήσει τη θεωρία ότι ο Καπετανάκης του τραγουδιού ήταν δεσμοφύλακας, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να ήταν κάποιος κρατούμενος. Ο γνωστός ρεμπετολόγος Νίκος Πολίτης (εγγονός του πατέρα της Ελληνικής Λαογραφίας), «βασιζόμενος στην ιδιότητα της ρουφιανιάς που του αποδίδεται», πιστεύει ότι ο Καπετανάκης πρέπει να ήταν «γνωστός και συχνός τρόφιμος των φυλακών, κατάδικος δηλαδή. Αν ένας δεσμοφύλακας καρφώσει κρατούμενο στη διεύθυνση, τη δουλειά του κάνει, ενώ ένας συγκρατούμενος χαρακτηρίζεται ρουφιάνος». Το σκεπτικό του Πολίτη συνοψίζεται στη φράση πως «είναι κάπως περίεργο να δηλώνει ο κατάδικος ότι “δεν ξανακάνει φυλακή με δεσμοφύλακα τον τάδε”, αφού συνήθως δεν διαλέγει αυτός το δεσμοφύλακά του».
Ο κρατούμενος
Συνεπώς, ο μυστηριώδης Καπετανάκης του τραγουδιού πρέπει να ήταν κρατούμενος με ιδιότυπο μύστακα και σύγχρονος του Μιχαλόπουλου. Μια φυσιογνωμία που πληροί αυτές τις προϋποθέσεις είναι ο Καλαματιανός Τάσος Καπετανάκης… Ο Τάσος Καπετανάκης ήταν όπως περιγράφεται στο τραγούδι: ψηλός, αγέρωχος, με γυριστό μουστάκι, αλλά με ευαίσθητη καρδιά και ευγενικά αισθήματα. Γεννήθηκε το 1930 στην Καλαμάτα…
Ο Τάσος Καπετανάκης μπήκε στη βιοπάλη από την παιδική του ηλικία και συνελήφθη το 1943 από τους Γερμανούς καθώς πουλούσε τσιγάρα (κατόπιν προδοσίας δύο συμπολιτών του). Κατάφερε να σωθεί την τελευταία στιγμή με τη μεσολάβηση ενός άλλου γνωστού του και κρύφτηκε σε σπίτια φίλων του.
Η γνωριμία του με τον Πάνο Μιχαλόπουλο ξεκινά από την Καλαμάτα αλλά παγιώνεται στην Αθήνα όπου ο Τάσος Καπετανάκης συστήνει τον Μιχαλόπουλο στον Ζαμπέτα, στον Κουγιουμτζή και σε άλλους λαϊκούς βάρδους της εποχής, τους οποίους ήξερε μέσω μιας φίλης του τραγουδίστριας. Το τραγούδι που τους ένωσε καλλιτεχνικά γεννιέται στις φυλακές των Βούρλων, όπου βρέθηκαν και οι δυο τους ως κρατούμενοι στις αρχές της δεκαετίας του 1950…
Ο ίδιος ο Τάσος Καπετανάκης διαβεβαίωνε μέχρι το τέλος της ζωής του ότι το τραγούδι γράφτηκε για τον ίδιο και ότι και η δική του εντύπωση ήταν ότι ο Μιχαλόπουλος (τον οποίο θεωρούσε ως στιχουργό του) πρέπει να βασίστηκε σε ένα παλιότερο τραγούδι…
Οι σχέσεις με τον Μιχαλόπουλο
Οι σχέσεις των δύο Μεσσήνιων στη φυλακή πρέπει να ήταν τεταμένες, καθώς, ο Καπετανάκης δήλωνε ότι στα Βούρλα έκανε «διάφορα που δε χρειάζεται να τα γράψουμε», ενώ μετά από δυο μήνες μεταφέρθηκε στις Αγροτικές Φυλακές Κασσάνδρας. Έτσι εξηγείται τόσο η επίκληση του Μιχαλόπουλου στη μητέρα του («τη δόλια τη μανούλα μου την πότισες φαρμάκι») όσο και το επίθετο «ρουφιανιά» που αποδίδουν στον Καπετανάκη άλλες παραλλαγές. Ας σημειωθεί πως ο Καπετανάκης είχε υπηρετήσει τη θητεία του στην ΕΑΤ-ΕΣΑ και ως εκ τούτου πρέπει να είχε προνομιακή μεταχείριση από τους αστυνομικούς…
Φαίνεται λοιπόν πως έχει δίκιο ο Νίκος Πολίτης όταν γράφει ότι η φράση του πρώτου στίχου «δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη» σημαίνει πως «όσο παραμένει ο Καπετανάκης στη φυλακή, δεν ξαναπαρανομώ ώστε να μην μπλέξω ξανά μαζί του». Αν και οριστική απάντηση δεν μπορούμε να πάρουμε…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου