Αρχίζοντας από το τέλος, η Ρίτα Σακελλαρίου έφυγε από τη ζωή, σαν σήμερα, 6 Αυγούστου 1999, χτυπημένη από τον καρκίνο.
Λέγεται ότι, τα τελευταία της λόγια ήταν «κι είχα τόσα να κάνω....» Ήταν 64 χρονών.
Δεν ήταν μόνο η φωνή της, ούτε τα τραγούδια που είχε ερμηνεύσει -καλά και κακά, τραγούδια που ωστόσο ήταν καθρέφτης της εποχής, από τα '60ς μέχρι τα '90ς, δηλαδή ένα ρεπερτόριο που είχε Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Γαβαλά, αλλά και Καρβέλα- ήταν κυρίως, η αυθεντικότητα της.
Η Ρίτα ήταν μοναδική, πληθωρική, αληθινά λαϊκή, όπως μοναδικός ήταν
και ο «μύθος», μαζί και τα επιμύθια της, είτε αυτά αφορούσαν στην
αμοιβαία αγάπη με τον απρόσμενο θαυμαστή της Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο, είτε την άλλη ανάγνωση, της ψευδούς, όπως αποδείχτηκε, ευμάρειας, με τα σουξέ τύπου «Δεν πάω Μέγαρο, θα μείνω με τον παίδαρο» και τη φανταχτερή εμφάνιση.
Ναι, είπε τραγούδια που έγραψαν ιστορία -Ιστορία μου, αμαρτία μου, Σώσε με, Αν κάνω άτακτη ζωή, αλλά και Το πλοίο θα σαλπάρει (πρώτη εκτέλεση Πόλυ Πάνου)- αλλά πέραν αυτού, ήταν και talk of the town, από την καλή και την ανάποδη.
Γιατί τελικά, η καλύτερη ιστορία ήταν η δική της.
Γεννήθηκε στη Σητεία της Κρήτης, στις 22 Νοεμβρίου του 1934 και πέρασε τα παιδικά της χρόνια στα Ταμπούρια, στο Κερατσίνι.
Έχασε τον πατέρα της στον εμφύλιο και παντρεύτηκε από ανάγκη, σε ηλικία 14 ετών. Από αυτόν τον γάμο απέκτησε δύο παιδιά και όταν χώρισε έπιασε δουλειά ως εργάτρια στα Λιπάσματα, στου Παπαστράτου, ακόμα και στη χωματερή.
Ως τραγουδίστρια πρωτοεμφανίστηκε στο Μύλο, στο Πέραμα. Εκεί την ανακάλυψε ο Στέλιος Χρυσίνης που της έδωσε τα πρώτα της τραγούδια.
Έπειτα βρέθηκε στο Φαληρικό, στις Τζιτζιφιές, να κάνει σεγκόντα στον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Γιάννη Παπαϊωάννου, με τους οποίους συνεργάστηκε οχτώ χρόνια και λίγο αργότερα έγινε «πρώτο όνομα» στην Τριάνα του Χειλά με το τραγούδι Ιστορία μου, αμαρτία μου.
Ναι, είπε τραγούδια που έγραψαν ιστορία -Ιστορία μου, αμαρτία μου, Σώσε με, Αν κάνω άτακτη ζωή, αλλά και Το πλοίο θα σαλπάρει (πρώτη εκτέλεση Πόλυ Πάνου)- αλλά πέραν αυτού, ήταν και talk of the town, από την καλή και την ανάποδη.
Γιατί τελικά, η καλύτερη ιστορία ήταν η δική της.
Γεννήθηκε στη Σητεία της Κρήτης, στις 22 Νοεμβρίου του 1934 και πέρασε τα παιδικά της χρόνια στα Ταμπούρια, στο Κερατσίνι.
Έχασε τον πατέρα της στον εμφύλιο και παντρεύτηκε από ανάγκη, σε ηλικία 14 ετών. Από αυτόν τον γάμο απέκτησε δύο παιδιά και όταν χώρισε έπιασε δουλειά ως εργάτρια στα Λιπάσματα, στου Παπαστράτου, ακόμα και στη χωματερή.
Ως τραγουδίστρια πρωτοεμφανίστηκε στο Μύλο, στο Πέραμα. Εκεί την ανακάλυψε ο Στέλιος Χρυσίνης που της έδωσε τα πρώτα της τραγούδια.
Έπειτα βρέθηκε στο Φαληρικό, στις Τζιτζιφιές, να κάνει σεγκόντα στον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Γιάννη Παπαϊωάννου, με τους οποίους συνεργάστηκε οχτώ χρόνια και λίγο αργότερα έγινε «πρώτο όνομα» στην Τριάνα του Χειλά με το τραγούδι Ιστορία μου, αμαρτία μου.
Στο μεταξύ, είχε γνωρίσει το δεύτερο σύζυγό της, τον παλαιστή
Σιδηρόπουλο, με τον οποίο άνοιξαν το κέντρο "Κουίν Αν" στην εθνική οδό.
Από τα τραπέζια του πέρασαν ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής, όπως ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Σπύρος Άγκνιου, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Αντονι Κουίν και η Μελίνα Μερκούρη, για να απολαύσουν τα σουξέ της Ρίτας: Παράνομή μου αγάπη, Κάθε ηλιοβασίλεμα, Αν κάνω άτακτη ζωή.
Πιστός θαυμαστής της ήταν βέβαια και ο Ανδρέας Παπανδρέου, που ήθελε πάντα να του τραγουδά και να χορεύει το Αυτός ο άνθρωπος, αυτός.
Η χρυσή εποχή του Κουίν Αν κράτησε πέντε χρόνια, όσο και ο δεύτερος γάμος της, από τον οποίο απέκτησε ακόμα τρία παιδιά.
Όταν πήγε στη Νεράιδα, μαζί με την Άννα Βίσση, ο κόσμος την αναγνώρισε μόνο από τη φωνή. Είχε αδυνατίσει πολύ κι είχε βαφτεί ξανθιά. Τότε, το 1986, ο Νίκος Καρβέλας της πρότεινε να κάνουν δίσκο. Η Γάτα («Είναι γάτα ο κοντός με τη γραβάτα») ήταν το σουξέ που δεν περίμενε από το δίσκο Αρέσω. Ακολούθησαν Οι σαραντάρες ίσον δύο εικοσάρες, Αυτός ο έρωτας, αυτό το αγόρι, αλλά και το Εγώ δεν πάω Μέγαρο.
Την τελευταία κουβέντα «κι είχα τόσα να κάνω» την είχε πει στον αφοσιωμένο μέχρι το τέλος, συνεργάτη και φίλος της, Λάκη Κορρέ.
Από τα τραπέζια του πέρασαν ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής, όπως ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Σπύρος Άγκνιου, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο Αντονι Κουίν και η Μελίνα Μερκούρη, για να απολαύσουν τα σουξέ της Ρίτας: Παράνομή μου αγάπη, Κάθε ηλιοβασίλεμα, Αν κάνω άτακτη ζωή.
Πιστός θαυμαστής της ήταν βέβαια και ο Ανδρέας Παπανδρέου, που ήθελε πάντα να του τραγουδά και να χορεύει το Αυτός ο άνθρωπος, αυτός.
Όταν πήγε στη Νεράιδα, μαζί με την Άννα Βίσση, ο κόσμος την αναγνώρισε μόνο από τη φωνή. Είχε αδυνατίσει πολύ κι είχε βαφτεί ξανθιά. Τότε, το 1986, ο Νίκος Καρβέλας της πρότεινε να κάνουν δίσκο. Η Γάτα («Είναι γάτα ο κοντός με τη γραβάτα») ήταν το σουξέ που δεν περίμενε από το δίσκο Αρέσω. Ακολούθησαν Οι σαραντάρες ίσον δύο εικοσάρες, Αυτός ο έρωτας, αυτό το αγόρι, αλλά και το Εγώ δεν πάω Μέγαρο.
Την τελευταία κουβέντα «κι είχα τόσα να κάνω» την είχε πει στον αφοσιωμένο μέχρι το τέλος, συνεργάτη και φίλος της, Λάκη Κορρέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου