(Ηλία Σιδηρόπουλου)
Το ρεμπέτικο και το λαϊκό ήταν το τραγούδι που γεννήθηκε στο περιθώριο και αγκαλιάστηκε απ την εργατική τάξη και τα κατώτερα οικονομικά λαϊκά στρώματα της αστικής κοινωνίας.
Οι ρεμπέτες τραγούδησαν για την φτώχεια και την ανέχεια τους απ τα πρώτα κιόλας χρόνια της ύπαρξης τους.
Αρχικά μέσα απ τον στίχο τους περνούσε μια περηφάνια για την φτωχή καταγωγή τους που ήταν άρρηκτα δεμένη με το φιλότιμο, το μπεσαλίκι και την καλή καρδιά τους. Τα έχωναν όμως και στους παραλήδες (μπαγιοκλήδες) δείχνοντας ότι εξ αρχής γνώριζαν ότι η αιτία της φτώχειας και της ανέχειας τους είναι ο συσσωρευμένος πλούτος των λίγων.Πρώτα οι ρεμπέτες μας στην Αμερική και αργότερα οι του Πειραιώτικου ρεμπέτικου και οι λαϊκοί μας δημιουργοί άρχισαν να γράφουν τραγούδια με στίχο, αν όχι ταξικά συνειδητοποιημένο ,με έντονο πολιτικό κοινωνικό χαρακτήρα .
Ας θυμηθούμε κάποια απ αυτά τα τραγούδια που στην εποχή μας είναι και πάλι επίκαιρα:
Η ΚΡΙΣΙΣ
ΚΩΣΤΑ ΡΟΥΚΟΥΝΑ 1934
Στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης που οδήγησε αργότερα στον ΄Β παγκόσμιο πόλεμο ,ο Κ. Ρούκουνας συνθέτει και φωνογραφεί το τραγούδι του η κρίσις«Οι φόροι και τα κόμματα
φέραν αυτή την κρίση
που κάνανε τον άνθρωπο
να μη μπορεί να ζήσει.
Κι όλο τη φτώχεια πολεμά
για να την ανικήσει
να βγάνει το ψωμάκι του
το σπίτι του να ζήσει.
Αλλά κι αυτό αδύνατο
για να το κονομήσει
και κάθε μέρα βλαστημά
την έρημη την κρίση.
Όλος ο κόσμος τά’χασε
κι όλοι παραμιλούνε
και κάθε μέρα βλαστημούν
την κρίση που περνούνε.
Άντε να ζήσεις φτώχεια
και να πεθάνεις παλιοκρίση
Γεια σου Ογδοντάκη μου, παιδί μου γειά σου»
«Τι θα κάνουμε βρε φίλοι στην κατάστασιν αυτήν
που χαμένοι πάμε όλοι εδώ στην Αμερικήν,
Όπου φτώχεια έχει πέσει και δεν βρίσκουμε δουλειά
και τα έξοδα δε βγαίνουν και τραβούμε συμφορά,
Με τα μούτρα κρεμασμένα με τις τσέπες αδειανές
περπατούμε μες στους δρόμους μα με σκέψες συλλογές,
Πως θυμάμαι τις ημέρες πού ‘χαμε τα τάληρα
που ετρώγαμε μπριζόλες μα τώρα τρώμε λάχανα,
Που πηγαίναμε στους γάμους και φωνάζαμε ταξί
τώρα πάμε με τα πόδια έξω εις την εξοχή,
Με τα μούτρα κρεμασμένα με τις τσέπες αδειανές
περπατούμε μες στους δρόμους- αχ βρε Χούβερ τι μας έκανες! »
«Στον κόσμο το σημερινό αυτό το ξέρουν όλοι,
η δύναμη στον άνθρωπο είναι το πορτοφόλι.
Αν πορτοφόλι μάθουνε πως έχεις μες την τσέπη,
σου λεν’ πως είσαι τζέντελμαν πως είσαι κάθως πρέπει.
Οι φίλοι σου σε θέλουνε και σε πλησιάζουν όλοι
μονάχα σαν θα μάθουνε πως έχεις πορτοφόλι.
Το πορτοφόλι τι τα θες έχει μεγάλη χάρη,
σε κάθε δύσκολη στιγμή σε βγάζει παλικάρι.»
«Όσοι έχουνε πολλά λεφτά
να ξέρα τι τα κάνουν
άραγε σαν πεθάνουνε βρέ αμάν αμάν
μαζί τους θα τα πάρουν
Εγώ ψιλή στην τσέπη μου
ποτέ δεν αποτάζω
κι όλα τα ντέρτια μου περνούν
βρ’αμάν αμάν μόνον σαν μαστουριάζω
(γειά σου Μάρκο άψιλε)
Αφού στον άλλο το ντουνιά
λεφτά δεν θα περνάνε
τα’χουν καί τά θυμίαζουνε
βρ’αμάν αμάν δεν ξέρουν να τα φάνε
τα’χουν καί τά θυμίαζουνε
βρ’αμάν αμάν δεν τα’χουν να τα φάνε.»
Ακόμα ενα τραγούδι που προβάλει το χρήμα ως κοινωνικό κριτήριο αποδοχής.Εδώ ο σιχουργός Ν. Ρούτσος δανίζεται λέξεις απ την Γαλλική γλώσσα που συνήθιζαν να χρησιμοποιούν οι νεόπλουτοι και οι αριστοκράτες της εποχής.
«argent»= χρήμα
«aller vous en».= πάρε δρόμο.
«Ο κόσμος τώρα σ’ εκτιμά
μονάχα απ’ τους παράδες
κι όσοι δεν έχουνε λεφτά
τους λένε φουκαράδες.
Αν σε δουν να πιάσεις φράγκα,
θα σε πουν νταή και μάγκα
κι αν δεν τα’ χεις το «argent»,
θα σου πουν «aller vous en».
Οι Εύες τώρα την καρδιά
την έχουν στο στομάχι
κι ο έρωτας περιφρονεί
τον άνδρα που δεν τα ‘χει.
Αν σε δουν να πιάσεις φράγκα,
όλες είναι αυτές τα πάντα
κι αν δεν το’ χεις το «argent»,
θα σου πουν «aller vous en».
Ό,τι γουστάρεις τ’ αποκτάς
φτάνει να πεις το θέλω
κι όλοι σε λεν’ αφεντικό
και βγάζουν το καπέλο.
Αν σε δουν να πιάσεις φράγκα,
σου κολλάν μια ματσαράγκα
κι αν δεν το’ χεις το «argent»,
θα σου πουν «aller vous en».»
«Στον κόσμο αυτόν τον ψεύτικο
το χρήμα κυβερνάει
και όποιος έχει τάλιρα
αυτός καλοπερνάει.
Τους πλούσιους δεν ζηλεύουμε
εμείς τα μπατιράκια
γιατί τηνε βολεύουμε
με λίγα ταλιράκια.
Όλοι τον φίλο κάνουνε
η τσέπη σου σαν έχει
κι όταν σωθούν τα τάλιρα
κανείς δεν σε προσέχει.
Τους πλούσιους δεν ζηλεύουμε
εμείς τα μπατιράκια
γιατί τηνε βολεύουμε
με λίγα ταλιράκια.
Στον άλλο κόσμο μοναχά
που χρήμα δεν υπάρχει
και ο φτωχός κι ο πλούσιος
την ίδια θέση θα ‘χει.
Τους πλούσιους δεν ζηλεύουμε
εμείς τα μπατιράκια
γιατί τηνε βολεύουμε
με λίγα ταλιράκια.»
Ο Πάνος Πετσάς σε ένα τραγούδι που βάζει την φτώχεια απέναντι στον έρωτα και περιγράφει την αχαριστία της παραδόπιστης..
«Ξεχνάς πως είμαι εγώ αυτός
που σ έντυνα στην πένα
που είναι τα αισθήματα και οι όρκοι σου
που πεθαινές για μένα
{Όταν είχα τα λεφτά
ήμουν ντερβισόπαιδο
τώρα τελειώσαμε
και με λες παλιόπαιδο} Χ 2
για τα λεφτά μ’ αγάπησες
για τα λεφτά μ’ αρνιέσαι
για τα λεφτά εσένα αν σ’ αγαπούν
να μην παραπονιέσαι
{Όταν είχα τα λεφτά
ήμουν ντερβισόπαιδο
τώρα τελειώσαμε
και με λες παλιόπαιδο} Χ2 »
«Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντού το κέφι σου
Αν μπατήρεις, αν μπατήρεις κάποια μέρα
δεν σου λένε , δεν σου λένε καλημέρα
Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντού το κέφι σου
Καθένας για συμφέρον του σου βγάζει το καπέλο του
και η μάνα , και η μάνα σου κι εκείνη
δεν σου πλένει , δεν σου πλένει ούτε μαντήλι
Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντού το κέφι σου
Ακόμα κι αν παντρεύτηκες με κάποια π’ ερωτεύτηκες
αν η τσέπη, αν η τσέπη δεν ειν΄ γεμάτη
δεν σου στρώνει, δεν σου στρώνει το κρεβάτι
Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντούτο κέφι σου»
«Φτώχεια που με κουρέλιασες
με νύχια ματωμένα
μες τα πολλά σου θύματα
γράψε κι ακόμα ένα
Φτώχεια κι αν έχεις θύματα
κρύβεις ψυχές μ΄αισθήματα [Χ2]
Φτωχολογιά στον πόνο σου
ποτέ σου δεν τη νοιάζεις
και τα κουρέλια που φοράς
με γέλιο τα σκεπάζεις
Φτώχεια κι αν έχεις θύματα
κρύβεις ψυχές μ΄αισθήματα [Χ2]
Μέσα στις φτώχειας το μπαξέ
είμαι κι εγώ λουλούδι
που τρέφομαι με δάκρυα
και με πικρό τραγούδι
Φτώχεια κι αν έχεις θύματα
κρύβεις ψυχές μ΄αισθήματα [Χ2]‘
«Είμαστε μπατίρηδες
τα πιο καλά παιδιά
έτσι μας κατήντησε
η αναπαραδιά.
Σήμερα έχει,
αύριο δεν έχει.
Το Σαββατοκύριακο
κουτσά στραβά περνά,
την Δευτέρα μάστορα
μπατίρηδες ξανά.
Σήμερα έχει,
αύριο δεν έχει.
Τούτο το μπατίρημα
δεν παίρνει υπομονή
κόλλησε η τσέπη μας
πανί με το πανί.
Σήμερα έχει,
αύριο δεν έχει.»
το απέρριψε η λογοκρισία.ηχογραφήθηκε το 1980 με τον Γιώργο Νταλάρα.
«Δυο δρόμοι τη χωρίζουνε
την κοινωνία τούτη
και φέρνουν μαύρη συμφορά
η φτώχεια και τα πλούτη
Της κοινωνίας η διαφορά
φέρνει στον κόσμο μεγάλη συμφορά
Έχει η ζωή γυρίσματα
έχει και μονοπάτια
γκρεμίζουν φτωχοκάλυβα
και χτίζονται παλάτια»
φέραν αυτή την κρίση
που κάνανε τον άνθρωπο
να μη μπορεί να ζήσει.
Κι όλο τη φτώχεια πολεμά
για να την ανικήσει
να βγάνει το ψωμάκι του
το σπίτι του να ζήσει.
Αλλά κι αυτό αδύνατο
για να το κονομήσει
και κάθε μέρα βλαστημά
την έρημη την κρίση.
Όλος ο κόσμος τά’χασε
κι όλοι παραμιλούνε
και κάθε μέρα βλαστημούν
την κρίση που περνούνε.
Άντε να ζήσεις φτώχεια
και να πεθάνεις παλιοκρίση
Γεια σου Ογδοντάκη μου, παιδί μου γειά σου»
ΜΕ ΤΙΣ ΤΣΕΠΕΣ ΑΔΕΙΑΝΕΣ
-ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ (ΘΕΟΛΟΓΙΤΗΣ) 1934
Ο μετανάστης Γ.Κατσαρός -Θεολογίτης δίνει την εικόνα της κρίσης ,έτσι οπως την βίωναν οι Έλληνες της Αμερικής. Χαρακτιριστική η αναφορά του στον Χούβερ στον τελευταίο στίχο .«Τι θα κάνουμε βρε φίλοι στην κατάστασιν αυτήν
που χαμένοι πάμε όλοι εδώ στην Αμερικήν,
Όπου φτώχεια έχει πέσει και δεν βρίσκουμε δουλειά
και τα έξοδα δε βγαίνουν και τραβούμε συμφορά,
Με τα μούτρα κρεμασμένα με τις τσέπες αδειανές
περπατούμε μες στους δρόμους μα με σκέψες συλλογές,
Πως θυμάμαι τις ημέρες πού ‘χαμε τα τάληρα
που ετρώγαμε μπριζόλες μα τώρα τρώμε λάχανα,
Που πηγαίναμε στους γάμους και φωνάζαμε ταξί
τώρα πάμε με τα πόδια έξω εις την εξοχή,
Με τα μούτρα κρεμασμένα με τις τσέπες αδειανές
περπατούμε μες στους δρόμους- αχ βρε Χούβερ τι μας έκανες! »
ΤΟ ΠΟΡΤΟΦΟΛΙ
-ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ 1940
Ο Μάρκος μας μιλάει για το χρήμα ως εξουσία και κριτήριο κοινωνικής αποδοχής .«Στον κόσμο το σημερινό αυτό το ξέρουν όλοι,
η δύναμη στον άνθρωπο είναι το πορτοφόλι.
Αν πορτοφόλι μάθουνε πως έχεις μες την τσέπη,
σου λεν’ πως είσαι τζέντελμαν πως είσαι κάθως πρέπει.
Οι φίλοι σου σε θέλουνε και σε πλησιάζουν όλοι
μονάχα σαν θα μάθουνε πως έχεις πορτοφόλι.
Το πορτοφόλι τι τα θες έχει μεγάλη χάρη,
σε κάθε δύσκολη στιγμή σε βγάζει παλικάρι.»
ΟΣΟΙ ΕΧΟΥΝΕ ΠΟΛΛΑ ΛΕΦΤΑ
-ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ 1936
Ο «Αγιος Μάρκος» των ρεμπέτηδων εμπαίζει τους παραλήδες για την μιζέρια τους και τους θυμίζει την ματαιότητα του «άλλου ντουνιά».«Όσοι έχουνε πολλά λεφτά
να ξέρα τι τα κάνουν
άραγε σαν πεθάνουνε βρέ αμάν αμάν
μαζί τους θα τα πάρουν
Εγώ ψιλή στην τσέπη μου
ποτέ δεν αποτάζω
κι όλα τα ντέρτια μου περνούν
βρ’αμάν αμάν μόνον σαν μαστουριάζω
(γειά σου Μάρκο άψιλε)
Αφού στον άλλο το ντουνιά
λεφτά δεν θα περνάνε
τα’χουν καί τά θυμίαζουνε
βρ’αμάν αμάν δεν ξέρουν να τα φάνε
τα’χουν καί τά θυμίαζουνε
βρ’αμάν αμάν δεν τα’χουν να τα φάνε.»
ΤΟ ΑΡΖΑΝ (argent)
- ΙΩΑΝΝΗ ΤΑΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ-ΝΙΚΟΥ ΡΟΥΤΣΟΥ 1950
ΤΑΚΗΣ ΜΠΙΝΗΣ-ΣΤΕΛΛΑ ΧΑΣΚΙΛ-ΣΤΕΛΛΑΚΗΣΑκόμα ενα τραγούδι που προβάλει το χρήμα ως κοινωνικό κριτήριο αποδοχής.Εδώ ο σιχουργός Ν. Ρούτσος δανίζεται λέξεις απ την Γαλλική γλώσσα που συνήθιζαν να χρησιμοποιούν οι νεόπλουτοι και οι αριστοκράτες της εποχής.
«argent»= χρήμα
«aller vous en».= πάρε δρόμο.
«Ο κόσμος τώρα σ’ εκτιμά
μονάχα απ’ τους παράδες
κι όσοι δεν έχουνε λεφτά
τους λένε φουκαράδες.
Αν σε δουν να πιάσεις φράγκα,
θα σε πουν νταή και μάγκα
κι αν δεν τα’ χεις το «argent»,
θα σου πουν «aller vous en».
Οι Εύες τώρα την καρδιά
την έχουν στο στομάχι
κι ο έρωτας περιφρονεί
τον άνδρα που δεν τα ‘χει.
Αν σε δουν να πιάσεις φράγκα,
όλες είναι αυτές τα πάντα
κι αν δεν το’ χεις το «argent»,
θα σου πουν «aller vous en».
Ό,τι γουστάρεις τ’ αποκτάς
φτάνει να πεις το θέλω
κι όλοι σε λεν’ αφεντικό
και βγάζουν το καπέλο.
Αν σε δουν να πιάσεις φράγκα,
σου κολλάν μια ματσαράγκα
κι αν δεν το’ χεις το «argent»,
θα σου πουν «aller vous en».»
ΤΑ ΤΑΛΗΡΑ
– ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΗΤΣΑΚΗ 1950
ΕΡΜΗΝΕΥΤΗΣ : ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΖΟΥΑΝΑΚΟΣ«Στον κόσμο αυτόν τον ψεύτικο
το χρήμα κυβερνάει
και όποιος έχει τάλιρα
αυτός καλοπερνάει.
Τους πλούσιους δεν ζηλεύουμε
εμείς τα μπατιράκια
γιατί τηνε βολεύουμε
με λίγα ταλιράκια.
Όλοι τον φίλο κάνουνε
η τσέπη σου σαν έχει
κι όταν σωθούν τα τάλιρα
κανείς δεν σε προσέχει.
Τους πλούσιους δεν ζηλεύουμε
εμείς τα μπατιράκια
γιατί τηνε βολεύουμε
με λίγα ταλιράκια.
Στον άλλο κόσμο μοναχά
που χρήμα δεν υπάρχει
και ο φτωχός κι ο πλούσιος
την ίδια θέση θα ‘χει.
Τους πλούσιους δεν ζηλεύουμε
εμείς τα μπατιράκια
γιατί τηνε βολεύουμε
με λίγα ταλιράκια.»
ΤΑ ΛΕΦΤΑ
– ΠΑΝΟΥ ΠΕΤΣΑ 1954
ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΖΟΥΑΝΑΚΟΣ-ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣΟ Πάνος Πετσάς σε ένα τραγούδι που βάζει την φτώχεια απέναντι στον έρωτα και περιγράφει την αχαριστία της παραδόπιστης..
«Ξεχνάς πως είμαι εγώ αυτός
που σ έντυνα στην πένα
που είναι τα αισθήματα και οι όρκοι σου
που πεθαινές για μένα
{Όταν είχα τα λεφτά
ήμουν ντερβισόπαιδο
τώρα τελειώσαμε
και με λες παλιόπαιδο} Χ 2
για τα λεφτά μ’ αγάπησες
για τα λεφτά μ’ αρνιέσαι
για τα λεφτά εσένα αν σ’ αγαπούν
να μην παραπονιέσαι
{Όταν είχα τα λεφτά
ήμουν ντερβισόπαιδο
τώρα τελειώσαμε
και με λες παλιόπαιδο} Χ2 »
ΟΤΑΝ ΒΡΟΝΤΑ Η ΤΣΕΠΗ ΣΟΥ
-ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΗΤΣΑΚΗ 1953
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΗΤΣΑΚΗΣ – ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ – ΡΕΝΑ ΣΤΑΜΟΥ«Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντού το κέφι σου
Αν μπατήρεις, αν μπατήρεις κάποια μέρα
δεν σου λένε , δεν σου λένε καλημέρα
Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντού το κέφι σου
Καθένας για συμφέρον του σου βγάζει το καπέλο του
και η μάνα , και η μάνα σου κι εκείνη
δεν σου πλένει , δεν σου πλένει ούτε μαντήλι
Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντού το κέφι σου
Ακόμα κι αν παντρεύτηκες με κάποια π’ ερωτεύτηκες
αν η τσέπη, αν η τσέπη δεν ειν΄ γεμάτη
δεν σου στρώνει, δεν σου στρώνει το κρεβάτι
Όταν βροντά η τσέπη σου κάνεις παντούτο κέφι σου»
ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ ΤΑ ΚΟΥΡΕΛΙΑ
-ΒΑΣΙΛΗ ΤΣΙΤΣΑΝΗ 1952
ΣΤΕΛΑ ΧΑΣΚΙΛ-ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ-ΑΘ.ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ«Φτώχεια που με κουρέλιασες
με νύχια ματωμένα
μες τα πολλά σου θύματα
γράψε κι ακόμα ένα
Φτώχεια κι αν έχεις θύματα
κρύβεις ψυχές μ΄αισθήματα [Χ2]
Φτωχολογιά στον πόνο σου
ποτέ σου δεν τη νοιάζεις
και τα κουρέλια που φοράς
με γέλιο τα σκεπάζεις
Φτώχεια κι αν έχεις θύματα
κρύβεις ψυχές μ΄αισθήματα [Χ2]
Μέσα στις φτώχειας το μπαξέ
είμαι κι εγώ λουλούδι
που τρέφομαι με δάκρυα
και με πικρό τραγούδι
Φτώχεια κι αν έχεις θύματα
κρύβεις ψυχές μ΄αισθήματα [Χ2]‘
Η ΑΝΑΠΑΡΑΔΙΑ
-ΠΑΝΟΥ ΠΕΤΣΑ 1952
ΤΑΚΗΣ ΜΠΙΝΗΣ-ΑΝΝΑ ΧΡΥΣΑΦΗ-ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΑΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣΟΙ ΜΠΑΤΙΡΗΔΕΣ
-ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΗΤΣΑΚΗ (1954)
ΑΝΝΑ ΜΠΕΛΛΑ -ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΑΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ«Είμαστε μπατίρηδες
τα πιο καλά παιδιά
έτσι μας κατήντησε
η αναπαραδιά.
Σήμερα έχει,
αύριο δεν έχει.
Το Σαββατοκύριακο
κουτσά στραβά περνά,
την Δευτέρα μάστορα
μπατίρηδες ξανά.
Σήμερα έχει,
αύριο δεν έχει.
Τούτο το μπατίρημα
δεν παίρνει υπομονή
κόλλησε η τσέπη μας
πανί με το πανί.
Σήμερα έχει,
αύριο δεν έχει.»
ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Η ΔΙΑΦΟΡΑ
-ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ
Ίσως το πιο συνειδητοποιημένο ταξικά τραγούδι της μετα εμφυλιακής εκείνης εποχής.Γραμμοφωνηθηκε το 1954 με τον Πρόδρομο Τσαουσακη,δεν κυκλοφόρησε διότιτο απέρριψε η λογοκρισία.ηχογραφήθηκε το 1980 με τον Γιώργο Νταλάρα.
«Δυο δρόμοι τη χωρίζουνε
την κοινωνία τούτη
και φέρνουν μαύρη συμφορά
η φτώχεια και τα πλούτη
Της κοινωνίας η διαφορά
φέρνει στον κόσμο μεγάλη συμφορά
Έχει η ζωή γυρίσματα
έχει και μονοπάτια
γκρεμίζουν φτωχοκάλυβα
και χτίζονται παλάτια»